Πέμπτη 16 Ιανουαρίου 2014




Λοιπόν, έχετε ετοιμαστεί και βγήκατε για κυνήγι. Πήρατε όσα θεωρείτε σημαντικα και αναγκαία. Μην ξεχάσετε όμως να προμηθευτείτε με κατάλογους και φωτογραφίες των ζώων - αλλιώς πώς θα ξέρετε τι ζώο είναι αυτό που συναντήσατε;


Για κάθε ενδεχόμενο να θυμάστε:
- αν το ζώο πετάει τοτε μάλλον είναι πουλί, κι αν τρέχει μόνο, το πιθανότερο είναι θηρίο.
- αν το ζώο ούτε πετά ούτε τρέχει, και είναι δεμένο με το σκοινί τοτε το πιθανότερο είναι οικιακό ζώο. Το κυνήγι σ' αυτά δεν απαγορεύεται, αλλά είναι γεμάτο από κινδύνους.
- αν το ζώο τρέχει και έχει και φτερά τοτε κοιτάξτε μήπως υπάρχει καμιά κατοικία κοντά, αν υπάρχει, τότε είναι κότα.
- αν βλέπετε πολλά ζώα και αυτά μουγκρίζουν, μην βιάζεστε να πυροβολήσετε, μπορείτε να πετύχετε τον βοσκό.
Μετά από το να πυροβολήσατε, κοιτάξτε προσεκτικά στο μέρος όπου ήτανε κατευθυνόμενο το στόμα του τουφεκιού. Αν δεν πετύχατε τίποτα, είστε πολύ τυχεροί, μπορεί ότι αποφύγατε από πολλούς μπελάδες. Αν πετύχατε κάτι που δεν σκοπεύσατε καθόλου, προσπαθήστε να θυμηθείτε πού, στην ουσία, σκοπεύατε.
Αν λοιπόν πετύχατε ακριβώς αυτό που σκοπεύσατε, κοιτάξτε γύρο γύρο, μπορεί να το σκόπευσε και κάποιος άλλος. Τώρα ακούστε τους ήχους. Οι ήχοι υπάρχουν των δύο ειδών: επικίνδυνοι και ακίνδυνοι. Τους ακίνδυνους θα τους αναλύσετε μόνοι σας. Oι επικίνδυνοι μπορούν να είναι οι εξής:
α) Κραυγές - δυνατές, με τις βρισιές, αν πετύχατε τον στρατιώτη του σώματος κυνηγών, τον συλλέκτη μανιταριών ή τον άλλο κυνηγό.
β) Κραυγές - δυνατές, γεμάτες χαρά, αν πετύχατε τη γυναίκα ή την πεθερά του στρατιώτη του σώματος κυνηγών, του συλλέκτη μανιταριών ή του άλλου κυνηγού.
γ) Κραυγές - παραπονιάρικες, με τη χαρακτηριστική ωρυγή, αν πετύχατε το δικό σας σκύλο. (Πάρα πολύ επικίνδυνο:)
δ) Δυνατός βρυχηθμός - αν πετύχατε στην κυψέλη μπροστά στη μύτη της αρκούδας.
ε) Βούισμα που όλο και δυναμώνει- αν πετύχατε το αεροπλάνο.
Επισης, για καθε ενδεχόμενο αυτά ειναι μερικα απο τα οποια δεν πρεπει σε καμία περίπτωση να παραλείψετε να κάνετε προτού ξεκινήσετε:

1. Να Φορέστε τον αλυσιδωτό θώρακα - να θυμάστε: υπάρχουν κι άλλοι που βγήκαν για κυνήγι.
2. Να πάρτε το πρόχειρο φαρμακείο - ενίοτε δεν βοηθά ακομα και αλυσιδωτός να ειναι ο θώρακας.
3. Ασφαλιστείτε - αυτό θα βοηθήσει της οικογένειάς σας να επιζήσει τη θλίψη αν δεν σας σώσει και το πρόχειρο φαρμακείο.
4. Πάρτε τα σπίρτα - όταν τελειώσουν τα εφόδια θα μπορέσετε να ανάψετε τα συνθηματικά πυρά.
5. Πάρτε αναπτήρα - με τη βοήθειά του πάντα θα μπορέσετε να ανάψετε τα πιθανος βρεγμένα σπίρτα.
6. Πάρτε τα δoκάνια - αυτά είναι το αναντικατάστατο μέτρο για να σημαδεύετε την τοποθεσία. Αν θέλετε να σημαδέψετε έναν τόπο, αφήσετε τολμηρά το δoκάνι εκεί. Τότε, ακόμα και στο ολόκληρο σκοτάδι θα θυμηθείτε πανεύκολα τον τόπο αυτό.
7. Πάρτε μαζί σας καποιο αντικειμενο αξιας που δεν σας ανηκει! Ακόμα και αν χαθείτε τυχαία κάπου, θα σας βρουν οπωσδήποτε - είτε το αφεντικό των πραγμάτων, είτε η αστυνομία.

Συμβουλές για κυνηγούς...


Τα αυτονόητα… 
Μπορεί να είναι χιλιοειπωμένα αλλά ποτέ ξεπερασμένα. Μιλάμε για τους βασικούς κανόνες συμπεριφοράς στον κυνηγότοπο, σε κάθε επίπεδο, από...
ασφάλεια, επικοινωνία, τήρηση των νόμων έως τη φροντίδα του περιβάλλοντος. Από αυτούς, άλλωστε, τους κανόνες εξαρτάται και το μέλλον του κυνηγίου στη χώρα μας. 
Αισίως φτάσαμε στην έναρξη και αυτής της κυνηγετικής χρονιάς παρά τα όποια προβλήματα με το υπουργείο και τους υπόλοιπους άσπονδους αντικυνηγούς. Είναι σημαντικό, λοιπόν, να θυμηθούμε ορισμένους γραπτούς και άγραφους κανόνες της κυνηγετικής μας συμπεριφοράς προς τη φύση, το θήραμα και τους συναδέλφους κυνηγούς και φυσικά τον εαυτό μας. 
Μπορεί κάθε χρόνο η υπενθύμιση αυτή να αποτελεί μια ακόμα βαρετή λίστα για εμάς τους «παλιούς» αλλά μην ξεχνάμε πως υπάρχουν οι νέοι που μπαίνουν τώρα στη μεγάλη μας οικογένεια και σωστό θα ήταν να τους βοηθήσουμε να καταλάβουν τη σημασία αυτών των κανόνων, τους οποίους και εμείς πρώτοι πρέπει να τηρούμε χωρίς συμβιβασμούς. 
1. ΧΕΙΡΙΖΟΜΑΣΤΕ ΜΕ ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΤΟ ΟΠΛΟ. 
Το σημαντικότερο πράγμα που οφείλουμε να θυμόμαστε είναι ότι δεν πρέπει να γεμίζουμε το όπλο μας πριν φτάσουμε στον κυνηγότοπο. Αν διαθέτουμε αυτογεμές (καραμπίνα), καλό θα ήταν να έχουμε το κλείστρο ανοιχτό από την στιγμή που θα βγάλουμε το όπλο από την θήκη. Τα δίκανα τα έχουμε πάντα ανοιχτά όπου και αν τα ακουμπήσουμε. Ένα κλειστό κλείστρο και δίκανο σίγουρα δεν εμπνέει εμπιστοσύνη σ’ αυτόν που μας πλησιάζει. Πάντα όταν έρχεται κάποιος προς το μέρος μας, ανοίγουμε το όπλο μας. Επίσης, τα φυσίγγια, όπως και τα όπλα τα φιλάμε στο σπίτι σε μέρος σίγουρο και απρόσιτο σε μικρά παιδιά. 
ΥΠΑΚΟΥΜΕ ΣΤΟΝ ΝΟΜΟΥΣ. 
Όσο άδικος και να είναι ένα νόμος, αυτό που έχουμε να κάνουμε είναι να παλέψουμε να τον αλλάξουμε και όχι να τον καταπατήσουμε. 
Προσέχουμε τώρα στην έναρξη τις ζώνες διάβασης αποδημητικών και για ότι έχουμε αμφιβολία ρωτάμε τον Κυνηγετικό μας Σύλλογο ή το Δασαρχείο. Επίσης, το ίδιο κάνουμε αν επισκεφτούμε άγνωστο κυνηγότοπο και δεν ξέρουμε τις τοπικές απαγορεύσεις. Έτσι έχουμε πάντα την άδεια κυνηγιού μαζί μας, όπως και την άδεια κατοχής κυνηγετικού όπλου και τις επιδεικνύουμε στους θηροφύλακες, όπως και το όπλο μας για έλεγχο (3 φυσίγγια στις καραμπίνες κλπ). 
ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΟΥΜΕ ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΜΑΣ. 
Πολλές φορές έχουμε ακούσει για ατυχήματα με εξοστρακισμούς σκαγιών ή και ακόμα με κατά μέτωπο τουφεκισμό κυνηγού. Ένα σημαντικό βοήθημα για την προστασία σε αυτές τις περιπτώσεις είναι τα ειδικά γυαλιά. 
ΒΑΖΟΥΜΕ ΤΟ ΠΟΡΤΟΚΑΛΙ. 
Πέρα απ’ ότι προστάζει ο νόμος, το πορτοκαλί γιλέκο θα πρέπει πάντα να βρίσκεται μέσα στην τσάντα. Πολλές ζωές συνανθρώπων μας θα είχαν σωθεί να φορούσαν πορτοκαλί γιλέκο στο κυνήγι. Ιδιαίτερα στο κυνήγι του αγριόχοιρου, όπου το φυσικό περιβάλλον αυτού του υπέροχου θηράματος είναι τέτοιο που δεν επιτρέπει την ξεκάθαρη και μακρινή όραση. Εκτός όπως από το γιλέκο, να φοράμε και ένα πορτοκαλί μπλουζάκι και καπέλο. 
ΠΕΡΙΘΩΡΙΟΠΟΙΟΥΜΕ ΤΟΥΣ ΛΑΘΡΟΘΗΡΕΣ. 
Δείχνοντας ανοχή στον παραλογισμό της λαθροθηρίας, καταστρέφουμε σιγά – σιγά το μέλλον του κυνηγιού. Οι ατομικοί δρόμοι της λαθροθηρίας δείχνουν πρώτα απ’ όλα περιφρόνηση προς τους νόμιμους κυνηγούς που επωμίζονται τεράστια έξοδα για την συντήρηση κυνηγόσκυλων και εξοπλισμών και συνάμα υποσκάπτουν την ανάπτυξη του θηράματος για το μέλλον. Εκτός αυτών, δυσφημούν το κυνήγι και αποτελούν πρώτης τάξεως επιχειρήματα στην αντικυνηγετική προπαγάνδα. 
ΣΥΜΠΛΗΡΩΝΟΥΜΕ ΤΟ ΕΝΤΥΠΟ «ΑΡΤΕΜΙΣ». 
Όταν γυρίζουμε, δεν ξεχνάμε να συμπληρώνουμε το έντυπο του προγράμματος «Άρτεμις». Το πρόγραμμα αυτό καταγράφει με την βοήθεια των κυνηγών την πληθυσμιακή ανάπτυξη των θηραμάτων και την κυνηγετική κάρπωση και βγάζει πολύ σημαντικά συμπεράσματα για την κατά τόπους εξάπλωση των θηραματικών ειδών. Το έντυπο το προμηθευόμαστε από τον Κυνηγετικό μας Σύλλογο και τα καταστήματα κυνηγετικών ειδών. Το στέλνουμε ατελώς μέσω του ταχυδρομείου στην επιστημονική ομάδα του «Άρτεμις» μετά την λήξη της κυνηγετικής περιόδου. 
ΣΕΒΟΜΑΣΤΕ ΤΟΥ ΑΛΛΟΥΣ. 
Ξέρουμε όλοι ότι το κυνήγι καταργεί τις «τάξεις» και όλοι στον κυνηγότοπο είναι ίσοι. Όμως, όλοι έχουμε γίνει μάρτυρες κακής συμπεριφοράς όπου σεβάσμιοι και γηραλέοι κύριοι γίνονται «σκουπίδια» στο στόμα ασυγκράτητων και θερμόαιμων για ένα καρτέρι. Προσέχουμε, λοιπόν την συμπεριφορά μας στον κυνηγότοπο και προς τους συναδέλφους, αλλά και προς τους γεωργούς και κτηνοτρόφους. Επίσης, δένουμε το σκυλί μας όταν περνάμε από καλλιέργειες, το ίδιο και όταν συναντάμε κοπάδι ζώων. 
ΑΦΗΝΟΥΜΕ ΤΟΝ ΚΥΝΗΓΟΤΟΠΟ ΚΑΘΑΡΟ
Τι πιο αποκρουστικό από τον εξερευνούμε ένα υπέροχο κυνηγότοπο και να βρίσκουμε πεταμένα σκουπίδια. Δεν είναι τόσο δύσκολο να μαζέψουμε το κουτί από τα φυσίγγια μας και τα κυπελάκια από τους καφέδες μας σε μια σακούλα και να τα πετάξουμε στον γυρισμό στον κάδο απορριμμάτων. Το ίδιο κάνουμε και με τους άδειους κάλυκες. Θέλουμε να λεγόμαστε προστάτες της φύσης στην ουσία και όχι μόνο στα λόγια. 
ΚΑΙ ΜΗΝ ΞΕΧΝΑΤΕ ΤΟΝ ΔΩΔΕΚΑΛΟΓΟ ΤΟΥ ΚΥΝΗΓΟΥ 
1. Το κοπάδι των πουλιών που σήκωσε ένας κυνηγός, μόνος ή με το σκυλί του, πρέπει πρώτα εκείνος να το τουφεκίσει. Κι αν πάνω σου περάσει κι ενώ ακόμα πετάει, τότε μπορείς κι εσύ να τουφεκίσεις. Όταν ξανακαθίσει, τότε το προβάδισμα το έχει εκείνος που το πρώτο σήκωσε. Εσύ - αν δε σου το πει - δεν μπορείς να το κυνηγήσεις. Αν όμως το κοπάδι σκόρπισε, τότε θα τον αφήσεις εκείνον πρώτο να διαλέξει που θα πάει κι όταν ξεκινήσει, τότε κι εσύ μπορείς να κυνηγήσεις τα πουλιά που εκείνος άφησε. 
2. Έστω ότι το σκυλί ενός κυνηγού κυνηγά λαγό που μόνο του τον 'έβγαλε' κι ο λαγός περνά δίπλα σου. Εσύ μπορείς να τον τουφεκίσεις, οφείλεις όμως, αν τον 'πάρεις', να τον προσφέρεις ευγενικά στον νοικοκύρη του σκυλιού κι εκείνος θα σου επιστρέψει το φυσίγγιο που έριξες. 
3. Όταν δύο ή περισσότεροι κυνηγοί είναι στο κυνήγι παρέα, τότε, ότι χτυπήσουν το μοιράζονται αδελφικά, προσπαθώντας ο ένας να φερθεί πιο γενναιόδωρος από τον άλλο. Ποτέ κυνηγός δεν προσφέρει το όπλο του με στραμμένη την κάνη προς τον συνάδελφό του. Όχι μόνο για τον κίνδυνο που οπωσδήποτε υπάρχει, αλλά και γιατί αυτό απαιτεί η 'ευγένεια των όπλων'. 
4. Τουφέκισε ένας συνάδελφός σου ένα λαγό ή μια πέρδικα που συγχρόνως την τουφέκισες κι εσύ και η πέρδικα έπεσε. Ποιος όμως θα την πάρει; Την πρωτοβουλία πρέπει να την αφήσεις στον συνάδελφό σου. Εκείνος θα σου την προσφέρει κι εσύ να δεχθείς να κυνηγήσετε ως το βράδυ μαζί. Αν ξαναχτυπηθεί οποιοδήποτε θήραμα από σένα ή από κείνον, τότε θα 'ναι δικό του. 
5. Στον τόπο που κάποιος άλλος κυνηγά μόνος του ή με παρέα, δεν μπορείς να κυνηγήσεις κι εσύ. Απομακρύνσου και ψάξε αλλού, έτσι θα αποφύγεις πιθανές παρεξηγήσεις οι οποίες μπορεί να καταλήξουν σε απίθανες λύσεις για τις οποίες θα μετανιώσεις. Μην ξεχνάς ότι κι εσύ και ο άλλος κρατάτε φωτιά στα χέρια σας. Κι εσύ, ίσως, τον εαυτό σου τον ελέγχεις. Ο άλλος, όμως; 
6. Ο καλός κυνηγός δεν σκοτώνει ποτέ τον λαγό στο 'γιατάκι'. Κι αν τον σκοτώσει, δεν το μαρτυράει. Είναι υποτιμητικό για τον κυνηγό να ρίξει τουφεκιά σε θήραμα που κοιμάται. Κι ούτε καταδέχεται να ρίξει από 'λούφα' σε πέρδικες που τρέχουν στο νερό να δροσιστούν. Το τελευταίο άλλωστε αποτελεί και πράξη από τον νόμο κολάσιμη. 
7. Τον λαγό δεν τον παρακολουθείς από τα ίχνη του πάνω στο χιόνι, όχι μόνο γιατί ο νόμος το απαγορεύει, αλλά γιατί δεν μπορεί τόσο χαμηλά να κατέβει ο 'άρχοντας' της γης και να δολοφονήσει τον λαγό, που δεν υπάρχει τρόπος να σωθεί με τα μέσα που η φύση του έχει δώσει για άμυνα. 
8. Ο νέος κυνηγός σέβεται τον παλιό κι ακούει τις συμβουλές του κι ας νιώθει τον εαυτό του αξιότερο από κείνον. 
9. Ποτέ ο κυνηγός δεν συνομιλεί στο βουνό με συνάνθρωπό του, έχοντας το όπλο του γεμάτο. Είναι επιταγή και χαρακτηρίζει τη μόρφωσή σου να σε δει ο συνάδελφός σου ότι άδειασες το όπλο σου. 
10. Ο κυνηγός πρέπει να φερθεί σαν αδελφός σε συνάδελφό του που κάτι του συνέβη στο βουνό. 
11. Το βουνό και η θάλασσα ενώνουν τους ανθρώπους. Οι περιπατητές του δάσους το 'χουν σε κακό αν δεν πουν 'καλημέρα'. Μην το ξεχνάς αυτό. Κι ο πιο ασήμαντος που θα ανταμώσεις, μπορεί να σου σώσει τη ζωή. 
12. Ξέρεις, ίσως, πως η ζωή που ζούμε είναι ένα θέατρο. Το κυνήγι όμως δεν έχει 'ράμπες' και 'παρασκήνια', ξεγυμνώνει τις αξίες, μασκαρεύει τους ανάξιους, τους θρασείς και τους συμφεροντολόγους. Στο κυνήγι βγάλε τη μάσκα. Έτσι, θα σε εκτιμήσουν κι έτσι θα ξαλαφρώσεις από το βάρος που σ' όλη σου τη ζωή το σέρνεις μαζί σου. Τούτη τη λύτρωση ζει εκείνος που ζώνεται τα 'σιδερικά' και σέρνοντας πίσω του ένα σκύλο, ανηφορίζει για τα κυνηγοτόπια. Το 'κρέας' τι το κάνει μπρος σε τούτη τη λύτρωση; Λυτρώσου, λοιπόν και 'συ κι ακολούθησε το μονοπάτι που τόσοι πριν από σένα το έχουν 'πατήσει' συμβουλεύει ο συγγραφέας. 
ΧΡΗΣΙΜΕΣ & ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΣΥΜΒΟΥΛΕΣ 
·Λύνουμε και ασφαλίζουμε το όπλο όταν το έχουμε στο σπίτι. 
· Δεν κυνηγάμε ποτέ σε κατοικημένο χώρο 
· Πυροβολούμε μόνο όταν είμαστε σίγουροι ότι έχουμε αναγνωρίσει το στόχο μας. 
· Δεν πυροβολούμε χαμηλά και πίσω από θάμνους. 
· Πυροβολούμε το θήραμα από απόσταση βολής. 
-Αδειάζουμε το όπλο μας όταν τελειώνουμε το κυνήγι. 
· Δείξτε σεβασμό στο περιβάλλον, μην αφήνετε σκουπίδια στο πέρασμά σας. 
· Μην προξενείτε ζημιές σε καλλιέργειες, δέντρα, οικήματα κλπ. 
· Τα όπλα και τα φυσίγγια δεν είναι παιχνίδια για παιδιά. 
· Μην είστε άπληστοι, σεβαστείτε τις διατάξεις. 
-Mη συγχέετε την ποσότητα με την ποιότητα! Όποιος σκοτώνει περισσότερα δεν είναι και ο καλύτερος κυνηγός. 
· Κατά την άσκηση του δικαιώματός σας, σεβαστείτε τους περιορισμούς που αφορούν τον τόπο, τον τρόπο και τον χρόνο του κυνηγίου: είναι βασισμένοι στις οικολογικές ανάγκες των ειδών και του περιβάλλοντός τους. 
· Σιγουρευτείτε, πριν πυροβολήσετε: ο πυροβολισμός προστατευόμενου είδους -έστω και κατά λάθος- δεν είναι αντάξιος ενός κυνηγού. 
· Αποφεύγετε να κυνηγάτε, όταν οι κακές καιρικές συνθήκες κάνουν το θήραμα να μην μπορεί να αμυνθεί, και καθιστούν το κυνήγι μια απλή διαδικασία εκτέλεσης. Βοηθήστε, αντίθετα, κάθε άγριο ζώο να επιβιώσει μέσα σε αντίξοες συνθήκες. 
· Μην τουφεκίζετε σε μακρινές αποστάσεις - το πολύ-πολύ να τραυματίσετε το θήραμα που ποτέ δεν θα πάρετε, ενώ θα υποφέρει. 
· Αναζητήστε συστηματικά το πληγωμένο ή το νεκρό θήραμα. 
· Να σέβεστε πάντοτε το θήραμα. Μεταχειριστείτε το με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. 
· Μην το χρησιμοποιείτε για κερδοσκοπικούς λόγους. 
· Να γίνετε ένας εξειδικευμένος κυνηγός: γνωρίστε όσο γίνεται καλύτερα τα είδη, τους νόμους και τους κανονισμούς. 
· Να γίνετε ένας υπεύθυνος κυνηγός: όποτε έχετε την ευκαιρία, συμμετέχετε σε επιστημονικές μελέτες που αφορούν το θήραμα. 
· Να επιστρέφετε τα δαχτυλίδια που βρίσκετε και αφαιρείτε από τα πουλιά. 
· Να συμπληρώνετε προσεκτικά τα σχετικά ερωτηματολόγια. Η συνεργασία με τους υπεύθυνους για το κυνήγι και τις επιστημονικές οργανώσεις προστασίας της φύσης είναι πάντοτε χρήσιμη. 
· Προσπαθήστε, ώστε οι παραδοσιακοί τρόποι άσκησης του κυνηγίου σε κάθε χώρα να προσαρμόζονται στις ανάγκες διατήρησης των μεταναστευτικών ειδών. 
· Αναγνωρίστε τον ρόλο των αρπακτικών. 
· Συμμετέχετε ενεργά στη μάχη ενάντια στη λαθροθηρία. 
· Βοηθήστε την προστασία και την ανάπτυξη των βιοτόπων της άγριας πανίδας: Συμμετέχετε στη διατήρηση των δασών, για να αποφεύγονται οι πυρκαγιές. 
· Αποφύγετε τις αναίτιες ενοχλήσεις κατά την περίοδο της αναπαραγωγής. 
· Σεβαστείτε αυτούς που σας υποδέχονται στη γη τους και την Πολιτεία, που σας επιτρέπει να κυνηγάτε. 
Μην περιφρονείτε την περιουσία του άλλου. Μην ξεχνάτε να ξανακλείνετε τους φράκτες, μην τρομάζετε τα οικόσιτα ζώα. Σεβαστείτε τις καλλιέργειες. 
· Προσοχή στις πυρκαγιές: μην ανάβετε φωτιά και μην καπνίζετε στο δάσος! 
· Αποφύγετε τα καλώδια του ηλεκτρικού και του τηλεφώνου - μια βολή αρκεί, για να γίνει ζημιά.
· Σεβαστείτε τις πινακίδες. Όταν τις μετατρέπετε σε στόχους, κάνετε μια ανόητη πράξη, που επιπλέον μπορεί να σας κοστίσει ακριβά. 
· Μαζέψτε τους άδειους κάλυκες, βοηθάτε το περιβάλλον. 
· Σεβαστείτε τους άλλους χρήστες της φύσης, αλλά και αυτούς που απλώς την παρατηρούν. 
· Κοντά σε κατοικημένες περιοχές, συμμορφωθείτε με τους κανόνες καλής συμπεριφοράς και ασφαλείας και διατηρήστε, όσο γίνεται περισσότερο, την ησυχία των κατοίκων. 
· Έχετε πάντα πάνω σας την κυνηγετική άδεια: όταν κυνηγάτε, είναι υποχρεωτικό. 
· Προσπαθήστε οι σκύλοι σας να μη γίνουν άγριοι και ανυπάκουοι. Κρατήστε τους με λουρί στους δρόμους και στα μονοπάτια. 
· Με τη συμβουλή και το παράδειγμα, στηρίξτε την εκπαίδευση και την καλή συμπεριφορά των νέων κυνηγών.
ΚΥΝΗΓΙ ΛΑΓΟΥ




Οι συνθήκες ιχνηλασίας κατά την έναρξη του κυνηγιού του λαγού, παρουσιάζουν κάποιες ιδιαιτερότητες, τις οποίες αν δε λάβουμε υπ’ όψη μας θα σπαταλήσουμε άδικα τις δυνάμεις των λαγόσκυλων χωρίς να πετύχουμε το επιθυμητό αποτέλεσμα. 

«Δροσιά και αέρα θέλει ο λαγός το καλοκαίρι», ήταν κάποια από τα λόγια του πατέρα μου. Λόγια που μου έλεγε πριν τριάντα πέντε χρόνια, όμως αντηχούν στα αυτιά μου με την ίδια χροιά, την ίδια ένταση, το ίδιο νόημα, όπως ακριβώς τα άκουγα, λες και τα άκουσα μόλις πριν λίγα λεπτά. 
Σε όλες τις μορφές λαγότοπων, σε όλα τα σημεία της Ελλάδας, αυτά τα δυο πράγματα αναζητούν οι λαγοί αυτή την εποχή. Με βάση αυτά διαλέγουν τα γιατάκια τους. Κι εμάς μας ενδιαφέρει το «γούστο» τους γιατί εκεί πρέπει να ψάξουμε με τα σκυλιά μας να τους βρούμε. 
Τα δεδομένα (βιολογίας και ιχνηλασίας) του κυνηγιού του λαγού αυτή την εποχή, άλλα μας ευνοούν κι άλλα μας δυσκολεύουν. Όμως τα περισσότερα είναι ευνοϊκά για τους λόγους που θα πούμε παρακάτω. Εξάλλου όλοι οι λαγάδες παραδεχόμαστε ότι τα καλύτερα κυνήγια μας τα κάνουμε στην αρχή και το τέλος της κυνηγετικής περιόδου του λαγού. 

Σεπτέμβρης λοιπόν και το καλοκαίρι καλά κρατεί ακόμα. 
Ο άνεμος, που τον αναζητάμε την εποχή αυτή, δυστυχώς δε μας κάνει το χατίρι και είναι πολύ ασθενικός τις πρωινές ώρες που εμείς τον χρειαζόμαστε. Αντίθετα παρατηρείται ενισχυμένος κατά τις θερμές ώρες τις ημέρας που εμείς, αλλά κυρίως τα σκυλιά μας έχουν ήδη κουραστεί. Μόνο στις κορυφές των βουνών, και μέσα στα φαράγγια δημιουργούνται ενισχυμένα και δροσερά ρεύματα. 
Η ξηρασία και η αυξημένη θερμοκρασία συντελεί στη γρήγορη κούραση, ιδίως αν τα σκυλιά μας δεν έχουν προπονηθεί αρκετά. Όμως πρωί – πρωί οι πρώτες δροσιές – υγρασίες του Φθινοπώρου μετριάζουν τη θερμοκρασία και την ξηρασία και δημιουργούν τις πλέον κατάλληλες συνθήκες ιχνηλασίας από όλες τις εποχές του χρόνου, τουλάχιστον μέχρι τις 9:30 έως 10:00 και φυσικά στα σκιερά μέρη. Στα μέρη που ο ήλιος «βλέπει» μόλις βγει, δυσχεραίνουν οι συνθήκες ιχνηλασίας από πολύ νωρίς το πρωί γιατί εξαφανίζεται η δροσιά και ανεβαίνει η θερμοκρασία. 
Αντίθετα οι συνθήκες καταδίωξης παραμένουν δύσκολες και δε μας δίνουν την πολυτέλεια της απόλαυσης του δεύτερου γυρίσματος του λαγού όπως την περίοδο του Χειμώνα. Η κούραση και τα λαχανιάσματα έρχονται γρήγορα και δεν επιτρέπουν στα σκυλιά πολύωρα κυνήγια. 
Οι κυνηγοί λοιπόν αναγκάζονται να ξεκινήσουν το κυνήγι τους πολύ πρωί, με το χάραμα, για να προλάβουν τις ευνοϊκές πρωινές συνθήκες ιχνηλασίας. 
Οι λαγοί γενικά την εποχή αυτή κινούνται σε μικρή ακτίνα γύρω από το γιατάκι τους για την αναζήτηση της τροφής τους. Οι πρώτες δυνατές βροχές δεν έχουν έρθει ακόμα για να σαπίσουν και να παρασύρουν μαζί τους τα χόρτα ξεπλένοντας τους κυνηγότοπους. Βρίσκουν λοιπόν ποικιλία τροφής γύρω από το γιατάκι τους. Εξαίρεση αποτελούν μόνο οι άγονοι κυνηγότοποι που οι λαγοί αναγκάζονται να κινηθούν μακριά για την τροφή τους και οι αρσενικοί λαγοί που αλητεύουν για την αναζήτηση των τελευταίων ζευγαρωμάτων πριν την νεκρή αναπαραγωγική περίοδο του Χειμώνα. 
Η πυκνότητα των λαγών θεωρητικά και πρακτικά είναι μεγαλύτερη, σε σχέση μ’ αυτήν του τέλους της περιόδου του λαγού. Όχι βέβαια αυτή που θα έπρεπε να είναι, γιατί ένα πολύ μεγάλο μέρος του πληθυσμού τους έχει ήδη αποδεκατιστεί από τους λαθροθήρες των χωματόδρομων. Ένα άλλο ποσοστό θηρεύτηκαν «κατά λάθος» από κάποιους άλλους, που με ιχνηλάτες κυνηγούσαν τα Αυγουστιάτικα τρυγόνια, γιατί το χρώμα τους έμοιαζε λίγο με αυτό των τρυγονιών. 
Οι μικρής διάρκειας νύχτες δεν αρκούν στους λαγούς για να φάνε, να ζευγαρώσουν, να θηλάσουν και να παίξουν. Έτσι το ξημέρωμα και ο ήλιος πολλές φορές, τους βρίσκουν ακόμα στον τόπο της τελευταίας βοσκής, και μέχρι να φτάσουν στο γιατάκι τους μπορεί να πάει 9:00 το πρωί. Ιδίως στα ήσυχα βουνά καθυστερούν περισσότερο. 

Παρά τις δυσκολίες, που εξάλλου δίνουν γεύση και νόημα στο παραδοσιακό κυνήγι, επικρατούν πολύ καλές συνθήκες για τα πρώτα καρποφόρα κυνήγια της περιόδου. Αυτό όμως δε σημαίνει ότι εμείς πρέπει να βαδίσουμε στην τύχη. Πρέπει να κάνουμε έξυπνες επιλογές. 
Αρχικά, σε όποιο έδαφος και να κυνηγήσουμε, καλό θα είναι να το επισκεφτούμε για πολλούς λόγους πριν την έναρξη. Έτσι θα διαπιστώσουμε την πυκνότητα των λαγών στην περιοχή και γενικά την κατάσταση που επικρατεί στον κυνηγότοπο, γιατί μπορεί στην έναρξη να βρεθούμε προ εκπλήξεων. Επίσης αν πριν λίγες ημέρες κάνουμε ένα – δυο εκπαιδευτικά σε ένα κυνηγότοπο, οι λαγοί, που όπως είπαμε παραπάνω αργούν να γιατακιάσουν, θα αναγκαστούν να αλλάξουν συμπεριφορά και να γιατακιάζουν στο εξής πολύ πρωί. Αυτό είναι πολύ σημαντικό γιατί αν το πρωί τα σκυλιά πάρουν φρέσκο ντορό λαγού που δεν πρόλαβε ακόμα να γιατακιάσει, αυτός θα κινείται συνεχώς μπροστά από τα σκυλιά κι αυτά θα αργήσουν να τον βάλουν σε τροχιά καταδίωξης, με αποτέλεσμα να καταστραφεί η μέρα μας. 
Επειδή το λαγό θα τον αναζητήσουμε ή στα πολύ χαμηλά, δροσερά, και ντυμένα κυνηγοτόπια ή στα πολύ ψηλά πετρώδη που θα βρούμε ευνοϊκό αεράκι, καλό θα είναι να δούμε τι θα προσέξουμε στην κάθε περίπτωση. 

Στα πυκνά 
Η πλειοψηφία των ιχνηλατών που θα χρησιμοποιήσουμε θα είναι πεδινού τύπου. Θα προσπαθήσουν λοιπόν με τη μύτη κολλημένη στο έδαφος να πάρουν το ντορό από τα σημεία βοσκής και στη συνέχεια να ξεκόψουν το μονοντορό του λαγού που οδηγεί στην περιοχή που γιατακιάζει. Λογικά θα οδηγεί προς το εσωτερικό των κυνηγότοπων. Όσο λοιπόν πιο αχανείς οι κυνηγότοποι τόσο αυξάνονται οι πιθανότητες ο λαγός να ξεκόβει πολύ προς το εσωτερικό του και να γιατακιάζει πολύ μακριά. Αυτό σημαίνει ότι και το ξεφώλιασμα θα καθυστερήσει και η καταδίωξη θα είναι μεγάλη μέχρι να βγει (αν βγει) ο λαγός στα καρτέρια μας. Εμείς όμως ούτε πολύ ώρα έχουμε στη διάθεσή μας ούτε τα σκυλιά μας είναι καλά προπονημένα. Οι επιλογές μας λοιπόν θα στραφούν σε πιο μαζεμένους κυνηγότοπους που προτιμητέο να έχουν περιμετρικά σημεία βοσκής. Θα κινηθούμε στο όριο μεταξύ του κυνηγότοπου και των σημείων βοσκής γιατί εκεί βρίσκονται οι τελευταίες βοσκές των λαγών που γιατακιάζουν στο πυκνό. Οι λαγοί δηλαδή κινούνται όλη νύχτα στην ευρεία έκταση του ανοιχτού τόπου βοσκής και τα ξημερώματα μετακινούνται για τις τελευταίες μπουκιές κοντά στα όρια του πυκνού. Αμέσως μετά μπαίνουν στο πυκνό και ξεκόβουν με μονοντορό μέχρι να αρχίσουν τα διπλά για να μπουν στο γιατάκι τους. Σε γενικές γραμμές, οδηγούμε τα σκυλιά όσο γίνεται πιο κοντά στο ξέκομα του λαγού από τα σημεία βοσκής προς την περιοχή που γιατακιάζει, κι όχι απλά στις βοσκές όπως κάνουμε προς το τέλος της περιόδου. Είναι πολύ λογικό, πράγμα που αποδεικνύεται και στην πράξη, ότι τα λαγόσκυλα θα πάρουν σχεδόν αμέσως το μονοντορό κι αφού ο κυνηγότοπος θα είναι μικρής έκτασης, και ο λαγός θα ξεφωλιαστεί πολύ γρήγορα, θέλοντας να βγει από τις βοσκές για να μπερδέψει τα ίχνη του, θα βγει αμέσως στα καρτέρια που λογικά θα είναι στο όριο του πυκνού. Ακόμα βέβαια και στην περίπτωση που ο λαγός δεν έχει προλάβει να γιατακιάσει, πάλι κάποια στιγμή θα φανεί σε κάποιο καρτέρι, γιατί συνηθίζει και στην περίπτωση αυτή να κάνει κύκλο και να ξαναμπαίνει στα σημεία της νυχτερινής του βοσκής. 
Αν κάνουμε περπατητό κυνήγι σε χαμηλά σημεία, ρεματιές, ρυάκια, φαράγγια κλπ. αρχικά θα φροντίσουμε να χαράξουμε μια έξυπνη πορεία που να περνά από πολλά σημεία πρόσφορα για γιατάκιασμα και επίσης να κινηθούμε κόντρα στο ασθενικό αεράκι. Αυτό θα βοηθήσει πολύ ιδίως στην ιχνηλασία και το ξέκομα. Οι λαγοί, κυρίως οι νέοι λαγοί, έχουν την τάση να μπροσαλεύουν αυτή την εποχή χωρίς πολλά «παρακάλια». Αφού τα πυκνά σημεία και ρυάκια βρίσκονται σε χαμηλά σημεία, οι λαγοί θα κινηθούν κατά το πλείστον ανηφορικά. Έτσι είναι καλύτερα να κινούμαστε μεσόπλαγα γιατί επί πλέον θα έχουμε καλύτερο οπτικό πεδίο και τα σκυλιά θα ωθούνται στο να ερευνούν περισσότερο χώρο. 
Η βολή κατά την εποχή αυτή, πρέπει να γίνεται στην πρώτη ευκαιρία, γιατί όπως είπαμε ο σκοπός μας είναι να μην κουραστούν τα απροπόνητα σκυλιά στην ολιγόωρη έξοδό μας. 

Στα πετρώδη 
Το κυνήγι εδώ γίνεται κοντά στα σκυλιά. Οι ιχνηλάτες που θα χρησιμοποιήσουμε θα είναι ορεινού τύπου. Πρέπει να μην καταπιάνονται με τα ίχνη βοσκής, αλλά να ιχνηλατούν μόνο τα διπλά ίχνη. Επειδή τα ίχνη χάνονται πολύ γρήγορα, ίσως μάλιστα να μην μπορέσουν να ιχνηλατήσουν καθόλου από νωρίς το πρωί, είναι βασικό να κάνουν ανεμιστό και τυφλό ψάξιμο ερευνώντας το χώρο. Πρέπει να έχουμε πάντα στο μυαλό μας ότι τα σημεία βοσκής του λαγού στα εδάφη αυτά, είναι ταυτόχρονα και σημεία γιατακιάσματος. Η κίνησή μας πρέπει να είναι περισσότερο αργή από αυτή των πυκνών. Πρέπει επίσης να έχει σαρωτική τάση, γιατί ο αριθμός των λαγών εδώ είναι μεν μεγαλύτερος, αλλά πολύ δύσκολοι στο ξεφώλιασμα. Η αργή μας κίνηση δίνει το περιθώριο στα σκυλιά να ερευνήσουν προσεκτικά και με ηρεμία τα δύσκολα σημεία. 
Πάρα πολύ σημαντική είναι η χάραξη της πορείας μας. Είναι λογικό στην πρώτη μας έξοδο να κινηθούμε σε γνωστούς κυνηγότοπους. Θα διαλέξουμε λοιπόν πορεία που αρχικά θα έχει ανατολικό προσανατολισμό περνώντας από κλασικά γιατάκια, και στη συνέχεια αφού βγει ο ήλιος θα γυρίσουμε δυτικά για να συνεχίσουμε στη σκιά. Πάντα η πορεία μας θα είναι κόντρα στον αέρα, που εδώ αναμένεται να είναι αισθητά πιο έντονος από αυτόν των χαμηλών σημείων. 
Εδώ οι λαγοί αργούν να γιατακιάσουν περισσότερο από ότι στα χαμηλά, όμως δε θα αντιμετωπίσουμε πρόβλημα γιατί γιατακιάζουν πολύ κοντά στις βοσκές και αντιλαμβανόμενοι την αργή ανάβασή μας, έχουν όλο το χρονικό περιθώριο να γιατακιάσουν κανονικά. 
Στις κορυφές και τα καπάκια των πέτρινων ψηλών βουνών δημιουργούνται μονίμως ρεύματα. Από τις μεταμεσονύκτιες ώρες μέχρι αργά το πρωί, επικρατούν ασυνήθιστα για την εποχή χαμηλές θερμοκρασίες, που παγώνουν τα βράχια και τις πέτρες. Στους λαγούς αρέσει να γιατακιάζουν εντελώς ξεσκέπαστοι, ακουμπισμένοι στις δροσερές πέτρες. Μόνο κατά το μεσημέρι, κάποιοι από αυτούς αλλάζουν πολλές φορές γιατάκι και μπαίνουν μέσα σε ξετρύπια. Καλό λοιπόν θα είναι να ερευνούμε τα καπάκια αυτά, όσο καθαρά από βλάστηση κι να είναι ώστε να μας κάνουν να πιστεύουμε ότι δε θα βρούμε λαγούς εκεί. 
Περιττό να πούμε ότι, στα εδάφη αυτά, ο λαγός θα τουφεκιστεί στο ξεφώλιασμα γιατί αμέσως μετά θα γίνει «λαγός» και δεν θα τον ξαναδούμε. 

Τα φυσίγγια που θα χρησιμοποιήσουμε στην έναρξη θα είναι οπωσδήποτε ελαφριές γομώσεις 33 μέχρι 34 γραμμάρια σκάγια νούμερο 4. Αν χρησιμοποιούμε πρώτο φυσίγγι διασποράς, η γόμωσή του πρέπει να είναι από 32 μέχρι 33 γραμμάρια σκάγια, πάλι νούμερο 4. 
Τα φυσίγγια πέρα από 36 γραμμάρια σκάγια είναι πολύ βαριά και ακατάλληλα για την εποχή, τα δε «μάγκνουμ» απολύτως ακατάλληλα, γιατί δεν μπορούν να προσφέρουν τίποτα περισσότερο από ένα καλό φυσέκι των 34 γραμμαρίων. Το νούμερο των σκαγιών δεν πρέπει να είναι χονδρότερο από το Νο 4, ούτε λεπτότερο από Νο 5. 
ΚΥΝΗΓΙ ΜΠΕΚΑΤΣΑΣ

ΤΟ ΜΠΕΚΑΤΣΟΣΚΥΛΟ
Στα διάφορα κυνήγια, όπως στο ορτύκι, την πέρδικα, το μπεκατσίνι κ.λπ., μπορεί κανείς να δοκιμάσει και χωρίς σκυλί, όμως στο ψάξιμο της «βασίλισσας του δάσους», που το χρώμα της μοιάζει με το χρώμα των ξερών φύλλων, είναι αδύνατο χωρίς τον πολύτιμο βοηθό.
Γενικά, όλα τα πουλόσκυλα μπορούν να χρησιμοποιηθούν στο κυνήγι της μπεκάτσας, αλλά προτιμώνται, κατ' αρχήν, εκείνα που αφενός έχουν μεγάλη βούληση και δεν φοβούνται τ' αγκάθια, τους πυκνούς θάμνους και τις κακοκαιρίες και αφ' ετέρου δεν απομακρύνονται πολύ, ώστε με τη φέρμα τους, να επιτρέπουν στον κυνηγό να πλησιάσει στην κατάλληλη απόσταση για να μπορέσει να πυροβολήσει ή (όταν πρόκειται για σκύλους ερευνητές - ξεσηκωτές, όπως τα σπάνιελς) να σηκώνουν το θήραμα στα 15-20 μέτρα.
Υπάρχουν καλά μπεκατσόσκυλα στις διάφορες ράτσες πτερωτού θηράματος, τόσο στις αγγλικές (πόιντερ, σέττερ, σπρίνγκερ, κόκκερ κ.λ.π. σπάνιελς), όσο και της ηπειρωτικής Ευρώπης (μπρακ, επανιέλ, γκριφφόν). Το πρόβλημα έγκειται στο να γίνει η κατάλληλη εκλογή, η οποία πρέπει να γίνει ανάλογα με τη φύση του εδάφους και του περιβάλλοντος, όπου γενικό ασκείται το κυνήγι, καθώς και ανάλογα με τη μέθοδο εργασίας που υπάρχει ανάμεσα στη μία και στην άλλη ράτσα.
Μπεκατσοκυνηγοί μεγάλης αξίας προτιμούν, ανεπιφύλακτα, το πόιντερ και το αγγλικό σέττερ, σκυλιά μεγάλης έρευνας και φέρμας. Άλλοι, ισάξιοι μπεκατσοκυνηγοί, αντίθετα χρησιμοποιούν το χωρίς φέρμα σπρίνγκερ και κόκκερ ή άλλες φυλές σπάνιελς, πολύ ζωηρά και φλογερά σκυλιά, που μπαίνουν και μέσα στα βάτα για να σηκώσουν τη μπεκάτσα, που κάνουν δηλαδή ψάξιμο και εργασία, γενικά, τελείως διαφορετική από τα προλεχθέντα αγγλικά σκυλιά φέρμας. Ας έχουμε μάλιστα υπόψη ότι η ίδια λέξη κόκκερ προέρχεται από την αγγλική λέξη «γουντκόκ» , που σημαίνει μπεκάτσα.
Μεταξύ αυτών των δύο ακραίων αντιλήψεων, υπάρχουν οι φίλοι του σκυλιού περιορισμένης έρευνας (μπρακ, επανιέλ, γκριφφόν), οι οποίοι προτιμούν ένα σκυλί που ψάχνει κοντά στον κυνηγό, ο οποίος μπορεί να το ακολουθεί έως τη φέρμα. Πολλά απ' αυτό τα σκυλιά, ιδίως στα δικά μας δάση, είναι ανεκτίμητα.
Ποια ράτσα, λοιπόν, θα πρέπει να διαλέξουμε; Πόιντερ, σέττερ αγγλικό, σκωτικό (γκόρντον) ή ιρλανδικό, μπρακ, κούρτσχααρ, επανιέλ μπρετόν, ντράχτχααρ, σπρίνγκερ, κόκκερ;
Για να έχουμε επιτυχία στην εκλογή του κατάλληλου σκυλιού για το κυνήγι της μπεκάτσας, πρέπει να μελετήσουμε τους διαφορετικούς τρόπους κυνηγίου της μπεκάτσας, τα διαφορετικό περιβάλλοντα και την εργασία του σκυλιού, σύμφωνα με τα προσόντα της ράτσας του. Και γενικό, πρέπει, προπάντων, (και ανεξάρτητα από τις απαραίτητες ιδιότητες, όπως όσφρηση, εξυπνάδα, υπακοή, θηραματοφορία), να έχουμε ένα σκυλί ανθεκτικό στα αγκάθια, στην υγρασία, στο κρύο και φυσικό στις ταλαιπωρίες.
Γι' αυτό, θα μιλήσουμε αναλυτικότερα για το κυνήγι με σκυλί μεγάλης έρευνας, για το κυνήγι με σκυλί περιορισμένης έρευνας και για το κυνήγι με σκύλο ερευνητή - ξεσηκωτή (σπάνιελ).
ΚΥΝΗΓΙ ΜΕ ΣΚΥΛΙ ΜΕΓΑΛΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ
Θα πρέπει να θυμίσουμε ότι τα ταχυκίνητα και μεγάλης έρευνας σκυλιά (πόιντερ και σέττερ), δενείναι κατάλληλα για όλα τα εδάφη. Είναι ανόητο και ελάχιστα αθλητικό και ωφέλιμο, αλλά και αρκετά ριψοκίνδυνο να χρησιμοποιείται ένα ταχύτατο καλπαστικό σκυλί σε πολύ πυκνό, μπλεγμένο και ανώμαλο δάσος, χωρίς δρομάκια και μονοπάτια από τα οποία περνώντας μπορεί να αισθανθεί την παρουσία της μπεκάτσας στον διπλανό θάμνο. Όμως, αν το μονοπάτι είναι κάπως φαρδύ και ομαλό, και στις δύο πλευρές του υπάρχουν πυκνοί θάμνοι και μάλιστα ακανθώδεις, το ταχυκίνητο σκυλί θα τρέξει κατευθείαν στο μονοπάτι, προσέχοντας προς τα εμπρός, χωρίς να επιχειρήσει να μπει μέσα σε τέτοιο θάμνο ή ν' αντιληφθεί την κρυμμένη εκεί μπεκάτσα.
Αντίθετα, στα κάπως ανοικτά δάση με μικρούς και χαμηλούς θάμνους, καθώς και στους τόπους με αραιούς θάμνους, όπου το ταχυκίνητο σκυλί μπορεί ν' αναπτύξει αρκετή ταχύτητα, είναι με τη δυνατή του όσφρηση, πολύ χρήσιμο. Ο κυνηγός κερδίζει χρόνο, κάνει λιγότερο περπάτημα και μάλιστα σε ανώμαλο έδαφος και περιβάλλον και προπάντων τέτοιο σκυλί βρίσκει το θήραμα, που άλλα σκυλιά με λιγότερο δυνατή όσφρηση, δεν θα μπορούσαν ή θ' αργούσαν να το βρουν. Αλλά τέτοια δάση υπάρχουν συνήθως στις κεντρικές και βόρειες χώρες, ενώ στην Ελλάδα και γενικά στις νότιες χώρες της Ευρώπης, τα περισσότερα είναι «σφιχτά», «μπερδεμένα» και μάλιστα με βάτα και άλλους ακανθώδεις θάμνους, όπου το ταχυκίνητο σκυλί δεν μπορεί να προσφέρει τις υπηρεσίες του.
Από τα ταχυκίνητα σκυλιά, στα μάλλον πυκνά δάση, το πόιντερ χρησιμοποιείται λιγότερο, διότι σαν βραχύτριχο, αλλά και ορμητικό, είναι πιο εκτεθειμένο στα αγκάθια και σ' άλλες κακουχίες του δάσους. Όπως είναι γνωστό, το πόιντερ είναι το «καθαρόαιμο άλογο» της πεδιάδας, ο «κύριος του αέρα» και το δάσος και επιπλέον πυκνό, δεν είναι καθόλου το στοιχείο του ή για να το πούμε πιο απλά, σε τέτοιον τόπο αδικείται, «χαραμίζεται».
Από τα σέττερς, στο κυνήγι της μπεκάτσας και στα δικά μας δάση, προτιμητέο είναι το αγγλικό,διότι σαν ανοιχτόχρωμο, είναι ορατό και μέσα στο πυκνό, σαν πιο ευλύγιστο εισχωρεί στο πυκνό, καθώς και είναι πιο ανθεκτικό. Το ιρλανδικό σέττερ χρησιμοποιείται λιγότερο διότι εκτός από το σκούρο χρώμα του, που το καθιστά δυσδιάκριτο στο πυκνό, δεν εισχωρεί εύκολα (δεν «λογγώνει» κατά τον κυνηγετικό κοινό όρο), ούτε αντέχει πολύ στις ταλαιπωρίες του δάσους. Επίσης και το σκωτικό σέττερ (γκόρντον), χρησιμοποιείται λιγότερο, λόγω του ακόμη πιο σκούρου χρώματός του, καθώς και λόγω της μεγαλοσωμίας και της λιγότερης ευλυγισίας του, δεν μπαίνει εύκολα στο σφικτό δάσος. Όμως, έχει έμφυτο το προσόν της θηραματοφορίας, αντίθετα προς τις δύο άλλες φυλές σέττερ και το πόιντερ, που μπορούν να μάθουν τη θηραματοφορία, αλλά δεν είναι σ' αυτές έμφυτη. Και όπως είναι γνωστό, η θηραματοφορία στο δάσος είναι απαραίτητη, έστω και αν δεν είναι πλήρης (όπως να παίρνει μεν το θήραμα απ' το πυκνό, αλλά να μη το φέρνει στον κυνηγό και να το αφήνει στο μονοπάτι ή στο ξέφωτο, όπου μπορεί να το πάρει ο κυνηγός). Και αυτό είναι ικανοποιητικό, όταν πρόκειται για ειδικά σκυλιά μεγάλης κλάσης, όπως το πόιντερ και το αγγλικό σέττερ.
Κυρίως για τα ταχυκίνητα πόιντερ και σέττερ, που εργάζονται σε απόσταση από τον κυνηγό και συχνά είναι αόρατα στο πυκνό, είναι αναγκαίο να τοποθετηθεί στο περιλαίμιο του σκυλιού ένα κουδουνάκι. Αυτό πρέπει να έχει απαλό ήχο, που θ' ακούγεται απ' τον κυνηγό, αλλά και να μη φοβίζει το θήραμα. Πρέπει επίσης να είναι μικρό, στρογγυλό, σαν μικρό καρύδι (όπως τα κουδουνάκια που τοποθετούν στο καπίστρι και στη λαιμαριά μερικών αλόγων), με μια σχισμή στη μέση και να είναι κολλητό (ενσωματωμένο) στο περιλαίμιο. Δεν πρέπει να είναι σαν καμπανάκι ή τριγωνικό (με γλωσσίδι) και να κρέμεται με 1-2 κρίκους ή αλυσιδίτσα, διότι (εκτός από τον ισχυρότερο ήχο του), μπορεί να μπλεχθεί σε διχαλωτό κλαδί, με δυσάρεστες συνέπειες για το σκυλί. Αν συμβεί αυτό, που θα καταλάβει ή υποψιασθεί ο κυνηγός από τις θρηνώδεις και επικλητικές φωνές του σκυλιού, δεν πρέπει να το φωνάζει, γιατί αυτό θα τραβά περισσότερο μέχρι στραγγαλισμού, αλλά να σπεύσει, χωρίς φωνές, να το απελευθερώσει, κόβοντας με το κυνηγετικό του μαχαίρι ή σουγιά, το περιλαίμιο ή το διχαλωτό κλαδί.
Το δυνατό κουδούνισμα, εκτός του ότι είναι ενοχλητικό για το σκυλί, πολλές φορές φοβίζει τη μπεκάτσα, η οποία απομακρύνεται απαρατήρητη, περπατώντας και πετώντας πίσω από ένα μεγάλο θάμνο ή φυλλώδες δένδρο. Κι αυτό είναι ένας επιπλέον λόγος ν' αποφεύγεται το πιο ηχηρό καμπανάκι. Όταν τελειώσει το κυνήγι, πρέπει ν' αφαιρεθεί το περιλαίμιο με το κουδουνάκι. Εκτός του ότι είναι ενοχλητικό (και εκνευριστικό στα ευαίσθητα σκυλιά), δεν υπάρχει πιο αντιαισθητικό και θλιβερό θέαμα να βλέπει ένας πραγματικά ποϊντερόφιλος ή σεττερόφιλος ένα θαυμάσιο πόιντερ ή αγγλικό ή πανέμορφο ιρλανδικό σέττερ με κουδούνι στο λαιμό εκτός κυνηγίου...
Ο κυνηγός στο πυκνό, που το σκυλί του είναι ή σχεδόν είναι αόρατο, πρέπει να προχωρεί πολύ προσεκτικά, και με τον πιο ελάχιστο θόρυβο, προς το κουδούνισμα, το οποίο του επιτρέπει ν' ακολουθεί τη δράση έρευνας του σκυλιού. Όταν το κουδούνισμα είναι αραιό και αδύνατο σημαίνει ότι το σκυλί επιβραδύνει τη δράση του, γιατί πλησιάζει στο θήραμα και όταν δεν ακούγεται πια, το σκυλί είναι ακίνητο στη φέρμα, οπότε ο κυνηγός κατευθύνεται προς εκείνο το μέρος. Όταν πλησιάσει, παίρνει την κατάλληλη θέση, συνήθως μπροστά απ' το σκυλί σε φέρμα, έχοντας μπροστά του κάποιο ανοικτό μέρος και κατόπιν πετά μια πέτρα μέσα στο θάμνο (όπου βρίσκεται η μπεκάτσα) ή χτυπά με το πόδι το θάμνο για να σηκωθεί η μπεκάτσα. Τουλάχιστον για το σκυλί μεγάλης έρευνας και, επομένως, με τις μακρινές φέρμες, δεν πρέπει να το παροτρύνουμε να σπάσει τη φέρμα για να σηκώσει οποιοδήποτε θήραμα και προπάντων τη μπεκάτσα, διότι πλην των άλλων, το σκυλί μπορεί κατόπιν να σηκώσει μόνο του την μπεκάτσα, μακριά απ' τον κυνηγό και απαρατήρητα στο πυκνό. Το μπεκατσόσκυλο, πρέπει να είναι καλά εκγυμνασμένο και να υπακούει απόλυτα. Στο δάσος που είναι μακριά από τα μάτια του κυνηγού και που ψάχνει ένα θήραμα με δυνατές αναθυμιάσεις και με μεγάλη κινητικότητα, αν δεν είναι καλά γυμνασμένο, μπορεί «να κάνει του κεφαλιού του», τόσο μάλλον που μπορεί να συναντήσει αναθυμιάσεις και ίχνη άλλων θηραμάτων, για τα οποία πρέπει να δείξει αδιαφορία, αφοσιωμένο μόνο στο κυνήγι της μπεκάτσας. Ο πραγματικός μπεκατσοκυνηγός, θιασώτης των σκυλιών μεγάλης έρευνας, που έχει την τύχη να κατέχει ένα τέτοιο σκυλί υψηλής κλάσης και εκγύμνασης, θα μπορεί ν' απολαύσει, στις μπεκάτσες, ένα θαυμάσιο θέαμα, όταν το σκυλί του κατορθώνει να φανερώνει όλα τα προσόντα του.
ΚΥΝΗΓΙ ΜΕ ΣΚΥΛΙ ΜΕΣΑΙΑΣ ΕΡΕΥΝΑΣ

Το σκυλί περιορισμένης έρευνας, εφόσον έχει καλή όσφρηση και σταθερή φέρμα, είναι άριστο στο πολύ πυκνό δάσος, το δε μακρότριχο ή το σκληρότριχο και στους ακανθώνες. Το σκυλί αυτό εργάζεται σε μικρή ακτίνα απ' τον κυνηγό (γενικά τα μπρακ, γκριφφόν και επανιέλ) και σε κάποια μεγαλύτερη ακτίνα το κούρτσχααρ, επανιέλ μπρετόν και ντράχτχααρ. Ψάχνει μεθοδικά τους θάμνους, τα κοιλώματα, τις γωνίες, και κάθε στενό και δύσκολο μέρος.
Και γι' αυτά τα σκυλιά περιορισμένης και ενδιάμεσης έρευνας, η εκγύμναση και η υπακοή πρέπει να είναι πλήρεις, η φέρμα σταθερή και η θηραματοφορία τέλεια, τόσο περισσότερο που αποτελεί φυσικό προσόν. Ιδίως όταν το δάσος είναι πολύ πυκνό και ανώμαλο, καθώς και όταν το σκυλί έχει σκούρο χρώμα, χρειάζεται το κουδουνάκι, το οποίο βοηθάει τον κυνηγό στην παρακολούθηση της αόρατης εργασίας. Όμως δεν πρέπει να γίνεται κατάχρηση αυτού του ακουστικού σήματος, διότι ορισμένες ημέρες η μπεκάτσα είναι ιδιαίτερα φοβιτσιάρα ή νευρική, που φεύγει με τον παραμικρό ήχο και θόρυβο που σημαίνουν το πλησίασμα του σκυλιού και του κυνηγού. Υπάρχουν και μπεκάτσες κυρίως στην προχωρημένη εποχή, που γνωρίζουν καλά τον ήχο του κουδουνακιού και σηκώνονται από μακριά μόλις ακούσουν το χαρακτηριστικό κουδούνισμα.
Όπως ελέχθη στα πολύ πυκνά και ιδιαίτερα στα ακανθώδη δάση, είναι κατάλληλα τα σκληρότριχα, μεταξύ των οποίων το ιταλικό σπινόνε, σκυλί ισχυρό, σκληρό με τραχύ δέρμα και τρίχωμα, βίαιο και ορμητικό στο πυκνό (αληθινός «οδοστρωτήρας»), που δεν πτοείται από τα αγκάθια, έξυπνο και με καλή φέρμα. Ιδίως, το λευκό και λευκο-πορτοκαλόχρωμο σαν ανοικτόχρωμο, είναι ορατό στο πυκνό. Όμως, είναι βραδυκίνητο και αρκετά μεγαλόσωμο. Οι Ιταλοί λένε ότι όταν το σπινόνε χρησιμοποιείται μόνο στις μπεκάτσες, είναι άφθαστο. ’ριστο είναι επίσης το ντράχτχααρ, το οποίο εξαπλώνεται αρκετά στην Ελλάδα, που κι αυτό δεν φοβάται τα αγκάθια είναι έξυπνο και αρκετά γρήγορο και ευκίνητο σκυλί. Το ενιαίο ή σχεδόν (μονόχρωμο) καστανό που μοιάζει με το χρώμα των ξερών φύλλων, δεν διακρίνεται στο δάσος, τόσο μάλλον που εργάζεται κάπως μακριά. Το γερμανικό τραχύτριχο (στίχελχααρ), είναι ισχυρό στο πυκνό, αλλά μειονεκτεί μπροστά στο ντράχτχααρ σε ευκινησία και όσφρηση. Το γαλλικό γκριφφόν Κόρθαλ είναι καλό σαν σκληρότριχο στο πυκνό δάσος, αλλά δεν έχει ισχυρή όσφρηση και μεγάλη αντοχή. Τα άλλα σκληρότριχα έχουν λιγότερο ενδιαφέρον.
Από τα μακρότριχα, υπερέχει το επανιέλ, το οποίο γίνεται πολύ καλό μπεκατσόσκυλο, καθώς είναι έξυπνο, ταχύ, ευκίνητο, ζωηρό και ανθεκτικό, αλλά λόγω ακριβώς της ζωηράδας του, πρέπει να έχει γυμνασθεί στην τέλεια υπακοή. Τα άλλα επανιέλ της Γαλλίας (Πικαρδίας κ.λπ.), το μιντερλέντερ και το λάνγχααρ της Γερμανίας, ακολουθούν σε απόσταση. Από τα βραχύτριχα, εξέχει το γνωστό μας κούρτσχααρ, σκυλί έξυπνο, με μεγάλη θέληση, ταχύ, με αρκετά μακρινή έρευνα και πολύ σταθερή φέρμα. Το μειονέκτημά του, (όπως και στο ομοεθνές του ντράχτχααρ), είναι το ενιαίο ή σχεδόν καστανό χρώμα του που συγχέεται με το φθινοπωρινό χρώμα του δάσους και το καθιστά αόρατο, ιδίως όταν έχει κάπως απομακρυνθεί. Γι' αυτό, τόσο για το σκυλί αυτό, όσο και για το ντράχτχααρ, καθώς και για το επανιέλ μπρετόν, (ιδίως το περισσότερο καστανόχρωμο), που κυνηγούν σε κάποια απόσταση από τον κυνηγό, είναι απαραίτητο το κουδουνάκι. Από τ' άλλα βραχύτριχα, χρησιμοποιούνται τα μπρακ γενικά, (γαλλικό, ιταλικό, ισπανικό, Ωβέρνης, Αγ. Γερμανού, ουγγρικό ή βίζλα, της Βαϊμάρης ή βαϊμαράνερ κ.λπ.), αλλά σαν βραχύτριχα δεν είναι κατάλληλα στα πολύ σφικτά και προπάντων στα ακανθώδη μέρη.
ΚΥΝΗΓΙ ΜΕ ΣΚΥΛΟ ΞΕΣΗΚΩΤΗ
Τα αγγλικά σπάνιελς και ιδίως τα πιο γνωστά στην Ελλάδα είναι, το κόκκερ και σπρίνγκερ. Και τα δύο αυτά σκυλιά είναι ζωηρά, ευκίνητα και φλογερά, τα οποία ψάχνουν έως τα 15 μέτρα περίπου στο πυκνό και έως τα 20-25 μ. στο ανοικτό μέρος, «κοσκινίζοντας» κυριολεκτικά το έδαφος. Όταν αισθανθούν την παρουσία του θηράματος κινούν ζωηρότερα την κομμένη ουρίτσα τους, ειδοποιώντας έτσι τον κυνηγό και χωρίς να φερμάρουν καθόλου, ορμούν σηκώνοντας το θήραμα και μετά την τουφεκιά, ψάχνουν να βρουν το πεσμένο, το οποίο φέρνουν στον κυνηγό. Αυτά τα σκυλιά χωρίς φέρμα, ονομάζονται ερευνητές, γιατί το βασικό προσόν τους είναι η έρευνα. Έχουν φυσικό και το προσόν της θηραματοφορίας, που είναι ύψιστης σημασίας κυρίως στα πολύ πυκνά, ακανθώδη και ανώμαλα εδάφη. Λόγω του μακρού τριχώματος, της μικροσωμίας, της ευκινησίας και ευλυγισίας τους, μπαίνουν και στα πιο πυκνά μέρη, ακόμη και μέσα στα βάτα για να βρουν και να σηκώσουν το κρυμμένο εκεί θήραμα, καθώς και να πάρουν το χτυπημένο και πεσμένο θήραμα και να το φέρουν στον κυνηγό.
Αυτά τα σκυλιά, επειδή ακριβώς δεν έχουν φέρμα, πρέπει να είναι με κάθε φροντίδα γυμνασμένα και απόλυτα υπάκουα για να μην απομακρύνονται από τον κυνηγό, ώστε, όταν σηκωθεί το θήραμα να βρίσκεται αυτό εντός της ακτίνας βολής του όπλου. Επιπλέον, ο κυνηγός πρέπει ν' ακολουθεί από κοντά το σκυλί, περπατώντας σε κατάλληλο μέρος ή να περιμένει σε καλό σημείο έξω από το μεγάλο θάμνο, μέσα στον οποίο ψάχνει το σκυλί, και να είναι πάντα έτοιμος για πυροβολισμό, γιατί, (ας επαναληφθεί), το σήκωμα της μπεκάτσας απ' το πυκνό, χωρίς να προηγηθεί φέρμα, είναι αιφνίδιο. Για τα δικά μας δύσκολα ορεινά εδάφη και δύσκολα δάση, το σπρίνγκερ σπάνιελ, σαν πιο μεγαλόσωμο, γεροδεμένο και ισχυρό, είναι πιο κατάλληλο απ' το κόκκερ σπάνιελ, το οποίο αποδίδει καλύτερα στα πεδινά και λοφώδη δασώδη μέρη.
Η ΦΕΡΜΑ
Η μπεκάτσα έχει πολύ έντονη αναθυμίαση, που προδίδει στο σκυλί την παρουσία της. Όμως, οι συνθήκες εργασίας του πουλόσκυλου στο δάσος είναι πολύ διαφορετικές από εκείνες στην ανοικτή πεδιάδα και λόφο, όπου οι αναθυμιάσεις του θηράματος μπορεί να μεταφέρονται από τον άνεμο, ακόμη και από μακριά. Στο δάσος, όμως, η πυκνή θαμνώδης βλάστηση, τα χαμόκλαδα των δένδρων και διάφορα άλλα εμπόδια, σχηματίζουν ένα παραπέτασμα, που εμποδίζει τη διάδοση των αναθυμιάσεων και εδώ κυρίως η διαφορά της οσφρητικής δυνατότητας μεταξύ των αγγλικών φυλών φέρμας και των φυλών της ηπειρωτικής Ευρώπης, έχει μεγάλη σημασία. Πράγματι, το πόιντερ και το αγγλικό σέττερ μπορούν να συλλάβουν και τη μικρή αναθυμίαση που διαπερνά από το παραπέτασμα αυτό, τα μπράκ, επανιέλ και τ' άλλα σκυλιά της ηπειρωτικής Ευρώπης θ' αναγκασθούν να βάλουν τη μύτη στη γη για να μυρίσουν τα ίχνη (πατημασιές, πούπουλα, κοτσιλιές) της μπεκάτσας. Στην περίπτωση πλήρους άπνοιας, (συχνό φαινόμενο στο μεγάλο και πυκνό δάσος), που δεν μεταφέρονται αναθυμιάσεις, και τα αγγλικά σκυλιά φέρμας αναγκάζονται να βάλουν τη μύτη κάτω για να αισθανθούν τα ίχνη της.
Επειδή η μπεκάτσα έχει περπατήσει γύρω από τη θέση που έχει κρυφθεί, κι επομένως, υπάρχουν πολλαπλά ίχνη της τριγύρω, το σκυλί πρέπει να δείξει προσοχή και σύνεση στο τελευταίο μέρος της έρευνας του πριν απ' τη φέρμα στο θήραμα. Αν η μπεκάτσα περπατά (κοταρίζει), πρέπει να την ακολουθεί σε χρήσιμη απόσταση (για να μη τη φοβίσει και σηκωθεί πρόωρα, αλλά ούτε και να χάσει την επαφή της), ήτοι να την ελέγχει και να την αναγκάσει στο τέλος να δεχθεί τη φέρμα του. Πολλά νεαρά και άπειρα σκυλιά, δεν αντιλαμβάνονται τη μπεκάτσα που έφυγε κρυφά και εξακολουθούν να ενδιαφέρονται για τη μυρουδιά της που άφησε στο έδαφος και μερικά κάνουν λευκές φέρμες (ψευτοφέρμες).
Υπάρχουν σκυλιά που, στα χέρια καλών μπεκατσοκυνηγών, γίνονται δάσκαλοι στο κυνήγι της μπεκάτσας, και μάλιστα ειδικεύονται τόσο σ' αυτό το πουλί, που περιφρονούν κάθε άλλο θήραμα. Είναι εξαίρετα στο να διακρίνουν την αξία μιας αναθυμίασης. Δεν κάνουν ψευτοφέρμες και όχι σπάνια πηγαίνουν να φερμάρουν μια μπεκάτσα πολύ μακριά από το μέρος όπου άρχισαν να αισθάνονται την αναθυμίαση της.
Όταν ο καιρός είναι ήρεμος, η μπεκάτσα δέχεται καλά τη φέρμα του σκυλιού, εφόσον αυτό μένει ακίνητο. Δεν θ' αποφασίσει να πετάξει έως ότου το σκυλί προχωρήσει και πλησιάσει προς το μέρος της ή όταν ο κυνηγός ρίξει μια πέτρα ή ένα φυσίγγι (συνήθως αποτυχημένο, όπως κάνουν μερικοί ιδίως στο εξωτερικό) προς την τοποθεσία όπου νομίζει ότι βρίσκεται η μπεκάτσα. Έτσι η μπεκάτσα, τρομοκρατημένη, σηκώνεται ταχύτατα, ξεχνώντας να κάνει τις γνωστές πονηριές, όπως να χρησιμοποιεί το δένδρο και κάθε άλλο εμπόδιο για να καλύψει τα πρώτα μέτρα της πτήσης της.
Η ΒΟΛΗ
Όταν ο μπεκατσοκυνηγός δει το σκυλί του ν' ακινητοποιείται σε φέρμα ή στο πολύ πυκνό δεν ακούσει πια το κουδούνισμα, πρέπει να πλησιάσει και να τακτοποιηθεί, όσο το δυνατό καλύτερα, ώστε να είναι ανάμεσα στο πουλί και στο σκυλί (σε περίπτωση κοντινής φέρμας, θα πάρει θέση στα πλάγια), και με μια έμπειρη ματιά θα υπολογίσει τη ζώνη του πιθανού πετάγματος και την καλύτερη γωνία βολής. Για ένα αποτελεσματικό κυνήγι της μπεκάτσας, πηγαίνουν σχεδόν πάντοτε δύο κυνηγοί. Ο ένας (ιδιοκτήτης του σκυλιού σε φέρμα) μένει στη θέση όπως ελέχθη, και ο άλλος που έχει την αίσθηση της θέσης («πόστο»), με περιστροφικό ελιγμό, θα τοποθετηθεί γρήγορα σε μέρος ελεύθερο για να αποκλείσει τη φυγή του πουλιού και σε περίπτωση αστοχίας, να δει κατά το δυνατό, που θα προσγειωθεί. Η βολή στη μπεκάτσα είναι δύσκολη για δύο σημαντικούς λόγους: Πρώτο, διότι το πέταγμά της (από τη γη), είναι σχεδόν πάντοτε ανοδικό, (σχεδόν κάθετο) και πεταλουδιστό, που είναι, για τον όχι έμπειρο κυνηγό, αιτία πολύ χαμηλής βολής. Δεύτερο, διότι λόγω του περιβάλλοντος, τα κλαδιά εμποδίζουν συχνά τις κινήσεις του κυνηγού, που δεν έχει καιρό να διαλέξει μια ευνοϊκή θέση βολής και οι συχνοί απότομοι ελιγμοί της μπεκάτσας, που χρησιμοποιεί για κάλυψη, κάθε εμπόδιο του δάσους, σαστίζουν τον νεοφώτιστο κυνηγό.
Ο γρήγορος σκοπευτής, που δεν έχει τη συνήθεια να σκοπεύει το στόχο, αλλά να ρίχνει μπηχτές τουφεκιές, πλεονεκτεί. Σε 15 περίπου μέτρα από τη μπεκάτσα που εκτελεί κατακόρυφη πτήση, υπολογίζοντας την ταχύτητα τέτοιας πτήσης στα 30 περίπου χιλιόμετρα την ώρα, πρέπει να γίνει μια προσκόπευση τουλάχιστον 40 εκατοστών. Στα 30 μέτρα, που θα σηκωθεί το πουλί, θα διπλασιασθεί η προσκόπευση. Αντίθετα, ο ήρεμος κυνηγός, θ' αφήσει τη μπεκάτσα να σηκωθεί (εάν λόγω θέσης και χώρου, του είναι δυνατό), και θα την χτυπήσει στο «νεκρό» σημείο, όταν δηλαδή φθάσει την κορυφή των δένδρων και αρχίζει την οριζόντια πτήση, που γίνεται ομαλή και επομένως αρκετά εύκολη στη βολή.                                                                                                     
 ΑΓΡΙΟΓΟΥΡΟΥΝΟ - ΣΥΜΒΟΥΛΕΣ ΓΙΑ ΤΟ ΚΥΝΗΓΙ ΤΟΥ
Εισαγωγή
  • Πολλοί κυνηγοί παίρνουν τα βουνά κάθε χρόνο για να κυνηγήσουν αγριογούρουνα.Παραδοσιακό το κυνήγι του αγριόχοιρου, με πολλούς έμπειρους κυνηγούς σε όλη την Ελλάδα να κατέχουν καλά αυτή την κυνηγετική τέχνη. Γιατί σίγουρα περί τέχνης πρόκειται.
  • Υπάρχουν όμως και πολλοί κυνηγοί που είτε είναι νέοι σε αυτό το είδος κυνηγιού ή παίρνουν μέρος σε κυνήγι αγριογούρουνου περιστασιακά. Οι περισσότεροι λοιπόν από αυτούς δεν ξέρουν σε ποιο σημείο πρέπει να τουφεκίσουν το αγριογούρουνο για να  έχει ακαριαίο θάνατο. Πού είναι τα ζωτικά όργανα του; Είμαστε έτοιμοι να απαντήσουμε στο ερώτημα αυτό:
Ρίξτε μια ματιά στην εικόνα αυτού του γουρουνιού. Η πρώτη παρατήρηση είναι ότι τα πνευμόνια του αγριογούρουνου είναι αρκετά μπροστά σε σχέση με άλλα θηλαστικά. Μια τουφεκιά στα πνευμόνια του αγριογούρουνου είναι αρκετή για να καταβάλει αμέσως και το πιο δυνατό καπρί. (σ.σ. Αν τα πνευμόνια απενεργοποιηθούν δεν υπάρχει αναπνοή – χωρίς αναπνοή δεν υπάρχει τρέξιμο διαρκείας…)

Καλά Βόλια

  • Στην ιδανική περίπτωση, ένας πυροβολισμός σε γουρούνι θα  πρέπει να γίνει  στην περιοχή των ώμων, και πιο κάτω είναι προτιμότερο (σ.σ. δείτε το πιο πάνω σχήμα – τοκαρδιοαναπνευστικό είναι ο στόχος).
  • Απλά να είστε προσεκτικοί να μην στοχεύσετε τόσο χαμηλά ώστε να πυροβολήσετε κάτω από το ζώο.
  • Εάν το ζώο τρέχει προς ή μακριά από σας, θα πρέπει να πυροβολήσετε  έτσι ώστε η σφαίρα να καταλήξει στα ζωτικά όργανα ανάμεσα στις ωμοπλάτεςΦυσικά, αυτό απαιτεί μια σφαίρα που θα διεισδύσει καλά.
  • Πολύ συζήτηση έχει γίνει για το αν πρέπει να πυροβολούμε τα γουρούνια στο κεφάλι, και αυτό μπορεί σίγουρα να είναι θανατηφόρο, αρκεί να χτυπήσει τον εγκέφαλο. Σημειώστε όμως ότι ο εγκέφαλος ενός γουρουνιού είναι ένας μικρός στόχος, και είναι καλά(σ.σ. ΑΡΙΣΤΑ) προστατευμένος  από το παχύ κρανίο του. Εδώ και πάλι, ένα σκληρό φυσίγγι με καλή διείσδυση είναι το κλειδί.

Ρίξτε το κάτω

  • Ένας σπασμένος ώμος θα ρίξει  ένα γουρούνι κάτω επί τόπου. Αυτό μπορεί να βοηθήσει πολύ για μία γρήγορη επαναληπτική βολή, εάν είναι απαραίτητη.
  • Στην ιδανική περίπτωση, δεν θέλετε να πρέπει να ακολουθήσετε τα ίχνη του ζώου –θέλετε να το σκοτώσετε γρήγορα και αποτελεσματικά, και στην περίπτωση ενός μεγάλου κάπρου, σίγουρα δε θέλετε να τρέχει μετά καταπάνω σας  με αυτούς τους απαίσιους,  κοφτερούς κυνόδοντες.
  • Όσον αφορά στο πόσοι πυροβολισμοί είναι αρκετοί, δεν υπάρχει τέτοιο πράγμα, κατά τη γνώμη μου. Δεν μπορείς να σκοτώσεις παραπάνω ένα ήδη νεκρό θήραμα. Με το κατάλληλο φυσίγγι (σ.σ. και άριστη στόχευση) μια τουφεκιά μπορεί να είναι αρκετήγια να καταβάλλει και τον μεγαλύτερο κάπρο που κυκλοφορεί στην Ελλάδα. Μπορεί όμως και οι τρεις τουφεκιές να μην είναι αρκετές (σ.σ. με λάθος πυρομαχικά ή κακή στόχευση).  Όποιο όπλο κι αν επιλέξετε , η επιλογή των φυσιγγιών είναι εξίσου σημαντική.
by LisaW123
Στόχος… Πάνω από το μπροστινό πόδι!

Επιλογή Φυσιγγιών

  • Οι επιλογές για τα φυσίγγια δεν είναι πολλές. Ή δράμια ή μονόβολα. Η γνώμη μου είναι ότι πρέπει να χρησιμοποιούμε φυσίγγια ανάλογα με την περιοχή που θέλουμε να κυνηγήσουμε. Δηλαδή εάν κυνηγάμε σε πολύ “κλειστά” μέρη στα οποία οι τουφεκιές μας δεν θα είναι πάνω από 15-20 μέτρα καλό είναι να χρησιμοποιούμε δράμια. Εάν κυνηγάμε σε ανοικτά μέρη τα μονόβολα είναι ιδανικά ή και ένας συνδυασμός μονόβολων με δράμια.
σ.σ. Η άποψη του amynastospiti.gr διαφέρει στο συγκεκριμένο «λεπτό» σημείο: Πάνταπροτείνουμε ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΑ μονόβολα στους αναγνώστες μας για το κυνήγι αγριογούρουνου – για τους εξής λόγους:
    1. Η ανάγκη για μεγάλη διατρητικότητα αναφέρεται επανειλημμένα και στο συγκεκριμένο άρθρο – το μονόβολο έχει σαφές πλεονέκτημα.
    2. Επιστημονικές μελέτες δείχνουν μείωση της αποτελεσματικότητας στα απλά δράμια σε αποστάσεις πάνω από 20 – 30m, όταν το θήραμα είναι αγριογούρουνο. Δεν ξέρουμε πάντα την απόσταση βολής…
    3. Τα δράμια μεγέθους 00 ή 000 μπορεί να μην δουλεύουν καλά στα 50m στο γουρούνι, αλλά σκοτώνουν άνθρωπο σε πολύ μεγάλες αποστάσεις!Επίσης έχουν διασπορά και πολύ πιο χαοτική πτήση από το μονόβολο.Με δεδομένο ότι κυνηγάμε τέτοια θηράματα κατά ομάδες, πρέπει να σκεφτούμε τους συναδέλφους μας και να απέχουμε από τα δράμια, για λόγους ασφαλείας.
    4. Το κυνήγι είναι, πάνω από όλα, σπορ. Αν μπορούμε να θηρεύσουμε αποτελεσματικά με μονόβολο, τα πυρομαχικά με διασπορά περιττεύουν – ενώ μας χαλαρώνουν και σκοπευτικά, με την κακή έννοια.
  • Πριν αρχίσει το κυνήγι συμβουλευτείτε τους έμπειρους κυνηγούς. Σίγουρα θα σας βοηθήσουν.
  • Το να “πέσει” ένα αγριογούρουνο δεν είναι τόσο εύκολο όσο ακούγεται. Ειδικά όταν το κυνηγάμε με λειόκαννο και όχι με ραβδωτό είναι ακόμη πιο δύσκολο. Οι χόνδροι που έχει εξωτερικά καθιστούν την καταβολή του ακόμη πιο δύσκολη. (σ.σ. Άλλος ένας λόγος να δουλέψουμε αποκλειστικά με μονόβολα…)

Συμπέρασμα

Έτσι, ποιο είναι το τελικό συμπέρασμα; Κυρίως, πρέπει να τουφεκίσετε  το αγριογούρουνο  στο σωστό μέρος:
  1. Αν το γουρούνι είναι κοντά και όχι πολύ ζορισμένο από τα σκυλιά  και έχετε μια σταθερή απόσταση, μπορείτε να πάτε για έναν πυροβολισμό στον εγκέφαλο, με στόχο προς το πίσω μέρος του κεφαλιού… Αλλά η βολή στον ώμο είναι η καλύτερη για να είστε σίγουροι ότι θα το πετύχετε.
  2. Αν κυνηγάτε από μια υπερυψωμένη θέση (στην κορυφή ενός ρέματος), η βολή ανάμεσα  στους ώμους μπορεί να είναι η καλύτερη επιλογή. Πάντα να θυμάστε που είναι τα  ζωτικά όργανα – μεταξύ αυτών των ώμων – και να στοχεύετε αναλόγως.Χρησιμοποιήστε τα κατάλληλα φυσίγγια, ανάλογα με την περίσταση και σημαδέψτε καλά. Και απολαύστε τα συκώτια με το τσίπουρο, όταν το κυνήγι τελειώσει!

Δευτέρα 4 Νοεμβρίου 2013

ΕΊΔΗ ΚΥΝΗΓΊΟΥ

Μερικά από τα πιο ενδιαφέροντα είδη κυνηγιού στο μαγευτικό Πήλιο είναι τα εξής: 

  • Το κυνήγι της τσίχλας-κότσυφα .
  • Το κυνήγι αγριογούρουνου.
  • Το κυνήγι μπεκάτσας.

ΤΟ ΚΥΝΉΓΙ ΤΗΣ ΤΣΊΧΛΑΣ-ΚΌΤΣΥΦΑ.

Το συγκεκριμένο κυνήγι,κυνηγιέται στο Πήλιο από, τα τέλη Δεκεμβρίου έως το τέλος της κυνηγητικής περιόδου...

ΠΛΗΡΟΦΟΡΊΕΣ ΓΙΑ ΤΟ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΈΝΟ ΚΥΝΉΓΙ ΚΑΙ ΤΑ ΕΊΔΗ ΤΟΥΣ 
Turdus iliacus
Το μήκος της είναι περίπου 21 εκατοστά και το βάρος 30-60 γρ, είναι η πιο μικρή από τα είδη της τσίχλας.
Ξεχωρίζει από το μουσικό τραγούδι της , το λευκό φρύδι , όπως και από το κόκκινο φτέρωμα της στα πλευρά της και στο κάτω μέρος των φτερών.
Το στήθος είναι λευκό με μαύρες κηλίδες.
Ο βιότοπος της είναι δάση με κωνοφόρα , σημύδες στην Β Ευρώπη κα στην νότια , σε δάση από πεύκα , πουρνάρια η ελαιώνες .
Επίσης σε πυκνούς φράκτες , ρέματα κλπ
Η διατροφή της είναι τα σκουλήκια , έντομα , μαλάκια , σπόροι , άγριοι καρποί και η ελιά.
Φωλιάζει στις βόρειες χώρες Ισλανδία, Νορβηγία , Φιλανδία , Σουηδία .
Γεννά δύο φορές από 4-6 αυγά που τα κλωσάει 12-14 ημέρες.
Η φωλιά γίνεται πάνω σε θάμνο η δέντρο μικρό συνήθως κωνοφόρο.
Φτάνει κατά κοπάδια στην πατρίδα μας από τον Οκτώβρη.
Πάντα η ποσότητα και το μέγεθος , εξαρτάτε από τις συνθήκες κλιματολογικές που επικρατούν στην Ευρώπη όπως βεβαίως και στην πατρίδα μας.
Αν ο χειμώνας είναι μαλακός μπορεί να ξεχειμωνιάσει και εδώ .
Στις περισσότερες όμως περιπτώσεις ξαναγυρίζει στην Ασία , Β Αφρική, Επιστέφει δε ξανά τον Μάρτη, Απρίλη.


Turdus viscivorus





Turdus philomelos
Turdus philomelos
Μοιάζει πολύ με την προηγούμενη , αλλά είναι πιο μεγάλη σε μέγεθος.
Το βάρος της φτάνει τα 80 γρ και το μήκος της 23-24 εκατοστά.
Ξεχωρίζει από την πρώτη από την απουσία φρυδιών κι από το χρώμα των πλευρών της που είναι λιγότερο ζωηρό , κιτρινοκόκκινο.
Το στήθος είναι λευκό με μαύρες βούλες.
Ζει σε μικτά δάση , φράκτες ,πουρνάρια, πυκνά, αλσύλλια , πάρκα και κήπους.
Η τροφή της είναι ίδια με την προηγούμενη με μια όμως μεγαλύτερη προτίμηση στην ζωική τροφή.
Αγαπά τα σαλιγκάρια ιδιαίτερα.
Η φωλιά της είναι καλύτερη από την προηγούμενη τσίχλα, στρώνεται με λάσπη από μέσα και δένεται με μικρά ξυλαράκια.
Την φτιάχνει σε θάμνους και γεννά δύο φορές τον χρόνο από 2-5 αυγά που τα κλωσάει 12-14 ημέρες., Απρίλιο ως Ιούλη.
Τα περάσματα της από την χώρα μας είναι περίπου όμοια με την προηγούμενη.




Turdus viscivorus
Αναγνωρίζεται από μακριά από τον χαρακτηριστικό ήχο που κάνει τια τια τια που τις χάρισε και το όνομα Τσίχλα πολύ όμορφη 120 γρ βάρους και μήκους 25-26 εκατοστών.
Φτέρωμα παρδαλό , κεφάλι και σκούφια γκρίζα , στήθος σε αντίθεση κοκκινωπό.
Ουρά μαύρη και το κάτω μέρος των φτερών άσπρο, από μακριά μοιάζει σταχτιά.
Ο τόπος της είναι δάση από σημύδες και κωνοφόρα για το φώλιασμα .
Κατά την μετανάστευση επιλέγει χωράφια , λιβάδια η καλλιέργειες από μήλα κλπ Κατά την διάρκεια της ημέρας και δασύλλια την νύχτα.
Τρέφεται με άγριους καρπούς, φρούτα, έντομα , μαλάκια.
Αναπαράγεται στην Β και Κ Ευρώπη, όπου φτιάχνει την φωλιά της σε αποικίες των 30-40 πουλιών.
Γεννά δύο φορές τον χρόνο από 5-6 αυγά που τα κλωσάει 12 ημέρες .
Υπερασπίζεται κατά περίεργο τρόπο τις φωλιές τους , με κουτσουλιές γύρω γύρω που τα κρατούν μακριά.
Έρχονται από τον Οκτώβρη , αλλά μαζικά μόνο με τα μεγάλα κρύα .
Τεράστια κοπάδια μπορούν να διασχίσουν την χώρα μας από τον Δεκέμβριο , Γενάρη .




Turdus pilaris
Η μεγαλύτερη τσίχλα , μ' ένα μήκος 27 εκ , χρώματος καφέ- γκρίζο στο πάνω μέρος του σώματος .
Ο λαιμός είναι λευκός με βούλες μαύρες. Το κάτω μέρος των φτερών άσπρο.
Ζει σε σύδεντρα , λαχανόκηπους , φυτείες με λεύκες.
Τρέφεται με έντομα, μαλάκια , άγριους καρπούς, με μεγάλη προτίμηση στους καρπούς του Γκι και γι' αυτό ονομάζεται και τσίχλα Ιξοβόρος.
Αναπαράγεται σε όλη την Ευρώπη , σε κωνοφόρα η σε μεγάλα δέντρα.
Γεννάει 2 φορές από 3-5 αυγά που τα κλωσάει 15 ημέρες.
Έρχεται στην πατρίδα μας με το κρύο , πολλές μένουν και εδώ όμως !







Turdus merula
Turdus merula
Ο γνωστός και χιλιοτραγουδισμένος κότσυφας.
Το αρσενικό με το μαύρο γυαλιστερό τρίχωμα του και την κίτρινη μύτη είναι εντυπωσιακής ομορφιάς.

Εντυπωσιάζει δε και με το κελάηδημα του που είναι καταπληκτικό και γι' αυτό πολλοί κυνηγούν τις φωλιές με τα μικρά , επειδή όταν μεγαλώσει από μικρός στην αιχμαλωσία συνηθίζει και κελαηδάει καταπληκτικά.

Τα χρώματα του θηλυκού είναι πολύ σκούρα , ως άτονο μαύρο και η μύτη του καφετοκίτρινη.

Ζει μέσα στις πόλεις , στις αυλές των σπιτιών , σε ρέματα , σε πυκνά , στα δάση , σχεδόν παντού όπου υπάρχει πυκνό η μεγάλα δέντρα.
Τρέφεται με φρούτα , καρπούς , σπόρους , έντομα , μαλάκια κλπ
Αναπαράγεται παντού και φτιάχνει την φωλιά του σε θάμνους .
Είναι μόνιμος κάτοικος στην πατρίδα μας , αλλα υπάρχουν και πουλιά που μεταναστεύουν και φτάνουν μέχρι την Αφρική και Ασία.







To κυνήγι τους.


Υπάρχουν πολλοί τρόποι να κυνηγήσει κανείς αυτό το θήραμα.
Ένας από τους πιο κλασσικούς είναι αυτός του καρτεριού κι εξασκείτε ως έξεις.
Γίνεται κατά την αυγή, όταν τα πουλιά ξεκινούν από την κούρνια τους στα πυκνά στο βουνό να κατέβουν για φαγητό στους κάμπους η στους ελαιώνες.
Τότε λοιπόν στεκόμαστε με την πλάτη στον κάμπο και με βλέμμα στυλωμένο στον φόντο του ουρανού προσπαθώντας να ξεχωρίσουμε την μικρή σκιά του πουλιού που πραγματικά εμφανίζεται από το πουθενά και πιστέψτε με δεν είναι εύκολο !
Ο χρόνος να εντοπίσεις το θήραμα , να σκοπεύσεις , να ρίξεις είναι πραγματικά πολύ μικρός μπορώ να πω αστραπιαίος . Άσε δε ,να δεις που έπεσε και να την βρεις ! Νομίζω όμως ότι αυτό το κυνήγι μαζί με το περπατητό , είναι από τα πιο όμορφα για αυτό το θήραμα και προσφέρει πολλές συγκινήσεις και όμορφες τουφεκιές.

Το ίδιο επαναλαμβάνετε και το απόγευμα με την αντίστροφη πορεία των πουλιών. Η διαφορά είναι ότι τώρα βλέπεις καλύτερα τα πουλιά και την πτητική πορεία τους , οπότε ο κυνηγός είναι περισσότερο έτοιμος να τουφεκίσει.
Η τσίχλα Turdus viscivorusΟ κυνηγόςΕπίσης άλλος τρόπος καρτεριού είναι αυτός του κυνηγιού του με καρτέρι μέσα στους ελαιώνες , όπου όσο πιο πολλοί κυνηγοί υπάρχουν τόσο πιο πολύ αναγκάζονται τα πουλιά να παίζουν και να προσφέρουν συγκινήσεις σε διάφορα ύψη .
Εδώ δυστυχώς υπάρχουν και οι ασυνείδητοι οι οποίοι χρησιμοποιούν αθέμιτα μέσα σύγχρονης τεχνολογίας κασετόφωνα κλπ και θερίζουν τα κακόμοιρα τα πουλιά σε μεγάλους αριθμούς κλέβοντας το κυνήγι από τους άλλους συναδέλφους και τους ίδιους τους εαυτούς τους !
α καρτέρια της τσίχλας γίνονται το πρωί που κατεβαίνει στους κάμπους για να φάει και το απόγευμα που ανεβαίνει για να κουρνιάσει.
Το πρωινό καρτέρι είναι πιο δύσκολο, γιατί τα πουλιά κατεβαίνουν με μεγάλη ταχύτητα, κάνοντας πολλούς ελιγμούς. Οι τουφεκιές είναι δύσκολες και πολύ γρήγορες. Συνήθως θα ήταν καλό να χρησιμοποιούμε όπλο με «ανοικτή κάννη» (δηλαδή κύλινδρο) και φυσίγγια με σκάγια Νο 8, 9, 10 για να έχουμε μεγαλύτερη δέσμη σκαγίων και να μειώνουμε τις πιθανότητες του σκοπευτικού λάθους.
Το πρωινό καρτέρι ξεκινάει με την ανατολή του ήλιου - και όπως λέει ο νόμος - μισή ώρα μετά την ανατολή του ήλιου. Τα μέρη που υπάρχει πρωινό πέρασμα είναι αυτά όπου συνδυάζεται κάμπος με πλαγιά βουνού, όπου δεν υπάρχει πυκνή βλάστηση. Τα πουλιά κουρνιάζουν όλη νύχτα μέσα στο πυκνό και το πρωί κατεβαίνουν για να φάνε στον κάμπο. Ο καιρός παίζει καθοριστικό ρόλο στην επιλογή της πλαγιάς που κάθονται τα πουλιά (βόρεια – νότια).
Το πρωινό καρτέρι απαιτεί σωστή επώμιση και γρήγορη τουφεκιά (προτέρημα πεπειραμένου τσιχλοκυνηγού) κι έχει μικρή χρονική διάρκεια (περίπου 1 ώρα) και αυτό γιατί τα πουλιά κατεβαίνουν όλα μαζί.
Το απογευματινό καρτέρι. Εδώ τα πράγματα είναι περίπλοκα, γιατί υπάρχουν καρτέρια, που τα πουλιά περνούν χαμηλά και καρτέρια που τα πουλιά περνούν ψηλά. Ο συνδυασμός αυτός καλύπτεται καλύτερα με ένα όπλο που διαθέτει δύο κάννες (πλαγιόκαννο – αλληλεπίθετο). Όσοι κυνηγούν με αυτογεμή, θα πρέπει να διαθέτουν όπλα με εναλλασσόμενα στενώματα.
Ιδιαίτερη προσοχή θα πρέπει να δίνουν οι νέοι κυνηγοί στην επιλογή του στενώματος (τσοκ), γιατί διαφορετικά θα είναι συνέχεια με το κλειδί που αλλάζει τσοκ στο χέρι, αφού θα τουφεκάνε τη μία φορά κοντά και την άλλη μακριά, με αποτέλεσμα τελικά να τα χάσουν.
Νωρίς οι τσίχλες, αν οι καιρός είναι καλός, περνάνε ψηλά και καλό θα ήταν να υπάρχουν και φυσίγγια με σκάγια Νο 7, ειδικά όταν υπάρχουν και άλλοι κυνηγοί στον κυνηγότοπο. Όταν ακούγονται πολλές τουφεκιές από ένα μέρος, τα πουλιά περνάνε ψηλά παρότι στο κυνήγι της τσίχλας είναι καλό να υπάρχουν πολλοί κυνηγοί.
Αν φυσάει αέρας, τα πουλιά πετάνε χαμηλά, ανάμεσα από τα δέντρα και οι τουφεκιές είναι πολύ δύσκολες και επικίνδυνες. Πάντα θα πρέπει να ξέρει ο κυνηγός που βρίσκονται οι άλλοι κυνηγοί και να προσέχει ιδιαίτερα τις χαμηλές τουφεκιές του. Όσο βραδιάζει, οι τσίχλες χαμηλώνουν, με αποτέλεσμα να περνάνε δίπλα από τον κυνηγό, πράγμα που κάνει την τουφεκιά σχεδόν αδύνατη.
Στο απογευματινό καρτέρι, η επιλογή των φυσιγγίων είναι δύσκολη και καλό θα ήταν να έχει ο κυνηγός μαζί του φυσίγγια από 8 έως 10 νούμερο, για να μην απογοητεύεται με τα ψηλά και τα χαμηλά πετάγματα.
Οι περιοχές που κυνηγιέται η τσίχλα στο απογευματινό καρτέρι είναι ίδιες μ' αυτές του πρωινού, αλλά αυτό σε καμία περίπτωση δεν σημαίνει ότι οι τσίχλες από εκεί που κατεβαίνουν, ανεβαίνουν. Η διαφορά είναι ότι οι τσίχλες το απόγευμα ανεβαίνουν από τον κάμπο προς τις πλαγιές για να κουρνιάξουν.
Στα απογευματινά καρτέρια στεκόμαστε με την πλάτη στο πυκνό και κοιτάζουμε προς τον κάμπο. Η απόσταση που θα πρέπει να έχει ο κυνηγός από τους θάμνους, θα πρέπει να είναι τουλάχιστον 10 μέτρα για να μην χάνει τα πουλιά μέσα στα πυκνά. Επίσης θα πρέπει να αποφεύγει τα χωράφια που έχουν ψηλό χορτάρι, γιατί εκεί πολύ δύσκολα θα βρει τα πουλιά που πέφτουν.
Στο απογευματινό καρτέρι μας δίνεται η δυνατότητα να σκοπεύσουμε με μεγαλύτερη άνεση, αλλά χρειάζεται καλή προσκόπευση και φυσίγγι με καλή κατανομή.
Άφησα τελευταίο το περπατητό κυνήγι το οποίο εξασκώ και εγώ και μου αρέσει πολύ.
Τα πουλιά σηκώνονται από διάφορες θέσεις και το ένα με διαφορετικό πέταγμα από το άλλο και σε διαφορετικά ύψη .
Το εξασκώ μέσα σε ελαιώνες με 2-3 φίλους και μου προσφέρει φοβερές συγκινήσεις .
Το ίδιο πράττω και σε ρέματα με πυκνά στην άκρη τους ,κινούμενος παράλληλα με έναν φίλο μου που βρίσκεται από την άλλη μεριά του ρέματος η και μόνος μου. Αυτός ο τρόπος όμως δεν με συγκινεί τόσο.
Το περπατητό κυνήγι γίνεται συνήθως σε ρεματιές και σε περιοχές που έχει θάμνους. Ο κυνηγός περπατώντας «ξεσηκώνει» τσίχλες και πυροβολεί. Οι περισσότερες τουφεκιές είναι σε μικρές αποστάσεις.
Χρειάζεται όπλο με «ανοιχτή κάννη» και φυσίγγια διασποράς ή με μάλλινες τάπες. Όταν κυνηγάμε παρέα, θα πρέπει να είμαστε ιδιαίτερα προσεκτικοί με τις τουφεκιές μας, γιατί οι περισσότερες είναι στο ύψος του ανθρώπου.
Το περπατητό κυνήγι της τσίχλας είναι δύσκολο, χρειάζεται γρήγορη επώμιση και πυροβολισμό άμεσο. Θα πρέπει το όπλο που έχουμε να κάθεται καλά στον ώμο και να στέλνει τα σκάγια εκεί που βλέπουμε σκοπεύοντας.
Όταν κυνηγάμε με παρέα το περπατητό κυνήγι μπορεί να γίνει συστηματικά και να αποδώσει περισσότερο παρά όταν κυνηγάμε μόνοι μας. Η παρέα θα πρέπει να γνωρίζει πως θα κινηθεί και ιδιαίτερα όταν το περπατητό γίνεται μέσα σε ελαιόδεντρα που είναι πυκνά μεταξύ τους και η ορατότητα είναι περιορισμένη. Το περπατητό κυνήγι της τσίχλας είναι ένα από τα δυσκολότερα κυνήγια, σε ότι αφορά την τουφεκιά.
Υπάρχουν και άλλοι τρόποι με ομοιώματα , ζωντανούς κράχτες , φυλάχτρες και αγκίστρια , στην πατρίδα μας όμως απαγορεύονται.
To κυνήγι του κότσυφα , γίνεται και αυτό με τους ίδιους τρόπους , αλλά και σε μέρη που συχνάζει αυτό το είδος , όπως μεγάλα δέντρα , συστάδες η μέρη με τροφή , επίσης αυτό το πουλί έχει και δικά του μέρη και δρομολόγια που προτιμά .
Τα φυσίγγια Ένα μεγάλο κεφάλαιο για το κυνήγι της τσίχλας είναι το φυσίγγι. Οι περισσότεροι δεν ενδιαφέρονται για την ποιότητα του φυσιγγίου, αλλά περισσότερο για την τιμή. Ίσως να μην έχουν λάθος, γιατί ο αριθμός των φυσιγγίων που ρίχνουμε (χωρίς πάντα να έχουμε επιτυχίες) κατά το κυνήγι της τσίχλας είναι μεγάλος και η τιμή είναι ένας σοβαρός συντελεστής.
Αλλά από την άλλη, μπορεί με ένα φτηνό φυσίγγι, που δεν έχει καλές κατανομές να υπερβούμε το κόστος άλλων, ακριβότερων, χωρίς να το υπολογίσουμε. Το ζητούμενο είναι να βρούμε ένα φτηνό και καλό φυσίγγι…, όμως το κατά πόσο αυτό είναι εφικτό, θα πρέπει ο κάθε κυνηγός να το εκτιμήσει μόνος του.
Τον τρόπο που δοκιμάζουμε τα φυσίγγια τον γνωρίζουν όλοι και έχουν γίνει και πολλές αναφορές γι αυτό το θέμα στο περιοδικό μας. Δεν αναφέρομαι σε επιστημονικές μελέτες, αλλά στον απλό τρόπο (χάρτινος στόχος – φυσίγγια – όπλο). Όλοι μπορούμε να κάνουμε μερικές δοκιμές. Φυσίγγια υπάρχουν πολλά και σε διάφορες τιμές. Η ουσία είναι ποιο κάνει για σας και ποιο σας ικανοποιεί. Μην πέσετε στην παγίδα των ερωτήσεων γιατί μια ζωή δεν θα ξέρετε τι σας γίνεται. Δοκιμάστε για να έχετε άποψη.
Όσον αφορά για την καταλληλότητα του α ή του β φυσιγγίου στο κυνήγι της τσίχλας, μεγάλο ρόλο παίζουν και οι καιρικές συνθήκες. Το πολύ κρύο, ο νοτιάς και η υγρασία, ο δυνατός βοριάς, η ηλιοφάνεια, το υψόμετρο, κ.λ.π. είναι συντελεστές που επιδρούν κατά πολύ στην απόδοση του φυσιγγίου.
Γι αυτό υπάρχουν μέρες που τα φυσίγγια πάνε καλά και μέρες που τα ίδια φυσίγγια δεν αποδίδουν. Ο κυνηγός της τσίχλας είναι ίσως ο πιο φιλοσοφημένος κυνηγός στην επιλογή των φυσιγγίων του, γιατί όλα αυτά τα λαμβάνει υπόψη του και ξέρει πώς να ενεργήσει σε κάθε περίπτωση. Η επιλογή πολλών και διαφορετικών τύπων φυσιγγίων είναι λάθος.
Το καλύτερο είναι ο κυνηγός να επιλέξει δύο τύπους φυσιγγίων και να τα χρησιμοποιεί ανάλογα με τις ανάγκες κάθε περίπτωσης.